Monday 30 April 2007

Πειθαρχία και ατιμωρησία

Σας έχει συμβεί ποτέ να θέλετε να συγκεντρωθείτε στη δουλειά σας, αλλά επειδή διαβάσατε, ακούσατε ή είδατε κάτι, οι σκέψεις σας τρέχουν σαν αφηνιασμένες και αισθάνεστε ότι αν δεν τις πείτε κάπου θα σκάσετε; Κάνεις μια προσπάθεια να το ξεχάσεις, τίποτα. Δεύτερη, τίποτα. Οπότε ανοίγεις το blog και γράφεις…

Από τότε που έχω έρθει Αγγλία ελάχιστες φορές έχω ενημερωθεί για τα τεκταινόμενα στην Ελλάδα. Και όχι γιατί το παίζω αφ’ υψηλού και δε με νοιάζει τι γίνεται πίσω. Όχι. Απλά όσες φορές το επιχείρησα απογοητεύτηκα, μιζέριασα και αναρωτήθηκα «Γιατί». Και οι απαντήσεις στα Γιατί είναι που πληγώνουν περισσότερο. Όπως και η διαπίστωση ότι τίποτα δεν πρόκειται να αλλάξει.

Έτυχε να διαβάσω λίγο για τα διάφορα σκάνδαλα διαφθοράς, με κάτι ομόλογα, κάτι παραιτήσεις και άλλα τέτοια. Αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Ακόμα πιο μικρά και φαινομενικά ασήμαντα πράγματα που διαβάζω ή μαθαίνω από τους φίλους πίσω, με πληγώνουν και ορισμένες φορές με οργίζουν.

Γιατί; Γιατί αυτά να συμβαίνουν μόνο σε εμάς. Γιατί στις άλλες «πολιτισμένες» χώρες δεν έχουν τέτοια προβλήματα;

Παλαιότερα πίστευα ότι κάνω λάθος. Ότι συμβαίνουν κι εκεί, αλλά δεν φτάνουν στ’ αυτιά μας. Αυτό είναι μια παρηγοριά. Κλείνεις τα μάτια, ψιθυρίζεις «θα περάσει κι αυτό, παντού γίνονται» και συνεχίζεις. Αυτή είναι η πρώτη αντίδραση και η πιο ασφαλής. Και κυρίως ξεκούραστη. Δεν έγινε και τίποτα.

Μετά ήρθα εδώ. Και διάβαζα εφημερίδες (λιγότερο), ενημερωνόμουν από το internet (περισσότερο), και πάλι άρχισαν να μου δημιουργούνται ερωτήματα, ξυπνώντας το εφησυχασμένο μου πνεύμα. Ούτε σκάνδαλα, ούτε διαφθορά, τουλάχιστον όχι στο βαθμό και τη συχνότητα που τα διαβάζουμε στην Ελλάδα. Αφελώς λοιπόν καθησύχασα τον εαυτό μου. «Απλά εμείς στην Ελλάδα είμαστε μίζεροι εκ φύσεως και τα ψάχνουμε όλα, δείχνουμε μόνο τα κακά, κάνουμε την τρίχα τριχιά», κι άλλα τέτοια που λέμε συνήθως. Ξεκούραστα και απροβλημάτιστα.

Στην πορεία άρχισα όμως να αμφισβητώ αυτή μου την πεποίθηση. Όχι εντελώς, σίγουρα έχουμε μια τάση να αντιμετωπίζουμε την πραγματικότητα με διαφορετικό πρίσμα. Αλλά από πού προκύπτει αυτό.

Δεν άργησα να βρω μια απάντηση. Με μια φράση;

Ο Έλληνας έχει μάθει στην σιγουριά της ατιμωρησίας.

Από εκεί ξεκινάνε όλα.

Από εκεί και κάπου αλλού. Φταίνε μονίμως οι άλλοι. Εμείς δεν έχουμε ανάμειξη σε τίποτα. Είμαστε τα θύματα του συστήματος, οι καταπιεσμένοι από το κράτος.

Τα πράγματα είναι απλά.

Στο εξωτερικό (και όταν μιλάω για εξωτερικό αναφέρομαι φυσικά στης Δυτικές ανεπτυγμένες χώρες. Εκτός αν θέλουμε να συγκρινόμαστε με τις χώρες της Αφρικής, ή έστω της Ασίας…) είναι απλά αδιανόητο να παρκάρεις παράνομα. Δεν γίνεται. Όχι μόνο δε γίνεται, αλλά δε σου περνάει από το μυαλό. Έτσι έχεις μάθει βρε παιδί μου, πώς να το κάνουμε;

Πως έγινε αυτό; Να σας πω πως. Κάθε πρωί, περπατώντας λίγες εκατοντάδες μέτρα μέχρι να φτάσω στη στάση του λεωφορείου, βλέπω πάντα 2 με 3 τύπους με τα φωσφοριζέ μπουφανάκια και τα μηχανάκια στο χέρι να περπατάνε ελέγχοντας τα παρκόμετρα και τα αυτοκίνητα. Τους βλέπω και το απόγευμα όταν γυρίζω. Τους βλέπω κι από το λεωφορείο όπως πάω στη δουλειά. Τι δε βλέπω; Ανεβασμένα αμάξια στα πεζοδρόμια, διπλοπαρκαρισμένα αυτοκίνητα να εμποδίζουν το λεωφορείο να στρίψει, μηχανές να εμποδίζουν τους πεζούς και φορτηγάκια να ξεφορτώνουν εμπορεύματα εμποδίζοντας τον κύριο στο καροτσάκι που προσπαθεί να βρει την ράμπα. Σας θυμίζει κάτι αυτό το θέαμα; Ναι, είναι μια καθημερινή εικόνα στους θορυβώδεις δρόμους της Αθήνας. Την οποίαν βέβαια θα συμπληρώσουν τα ακατάπαυστα κορναρίσματα, οι παραβιάσεις των φωτεινών σηματοδοτών και των πινακίδων, και άλλα τέτοια.

Μια εύρυθμη κοινωνία βασίζεται σε κανόνες και στην τήρηση αυτών. Η τήρηση των κανόνων γίνεται από ανθρώπους πειθαρχημένους, και ναι, ενίοτε εξαναγκασμένους. Γιατί αυτοί οι κανόνες θεσπίστηκαν για να κυλούν ομαλά τα πράγματα. Για να μη θίγει ο ένας τον άλλον. Προσέξτε, μιλάω ακόμα για απλά και καθημερινά πράγματα. Για πράγματα και καταστάσεις που εσείς κι εγώ συναντάμε καθημερινά, και παίρνουμε μέρος, αν όχι πρωταγωνιστούμε.

Έχουμε μάθει στην σιγουριά της ατιμωρησίας. Και έχουμε φτάσει στο σημείο να θεωρούμε ότι η παρανομία και η παρατυπία, μέχρι ενός βαθμού, όχι μόνο δεν είναι κατακριτέα, αλλά τη διακωμωδούμε, γελάμε μαζί της και μερικές φορές τη θεωρούμε και μαγκιά! Θα επανέλθω σ’ αυτό αργότερα.

Το ένα λοιπόν είναι η έλλειψη μηχανισμών ελέγχου της τήρησης των κανόνων. Ή δεν υπάρχουν, ή είναι ανεπαρκείς, ή πάντα βρίσκουμε τρόπους να τους παρακάμψουμε. Κι έτσι μαθαίνουμε στην απειθαρχία. Εκεί είναι το δεύτερο. Ότι μπαίνει στο πετσί μας αυτή η ιδεολογία. Αυτή η σιγουριά, αυτή η τάση να απειθαρχούμε, γιατί είμαστε πιο έξυπνοι και πιο πονηροί. Αυτή η ευκολία με το να συμβιβαστούμε με κάποια κακά που οι ίδιοι διαπιστώνουμε στο σύστημα, προκειμένου να επιβιώσουμε. Κι εκεί το πράγμα ξεφεύγει. Γιατί όταν πειθαρχείς σε κανόνες εσύ και πειθαρχεί και άλλος δίπλα, δεν ανέχεσαι και δε γελάς με την παρανομία αλλά τη στηλιτεύεις.

Και βέβαια, για να μην παρεξηγηθώ. Όταν μιλάω για πειθαρχία, δεν εννοώ την άβουλη υποταγή, σε καμία περίπτωση. Αυτή την λανθασμένη εντύπωση έχουμε για τους "κουτόφραγκους", για να δίνουμε έναν μανδύα μαγκιάς και απόδειξης "ελευθερίας πνεύματος" στην καταπάτηση κανόνων που προβαίνουμε καθμερινά. «Σιγά μη γίνουμε ρομποτάκια, όπως οι ξένοι. Χαβαλές να γίνεται. Εμείς έχουμε άλλο ταπεραμέντο». Αυτό μας έφαγε... Σε όποιους τέλος πάντων χτυάει άσχημα ξεκαθαρίζω οτι μιλάω απλά για τήρηση κανόνων.

Δεύτερο παράδειγμα. Τις προάλλες ήμουν με το ποδήλατο σε ένα δρόμο. Άναψε κόκκινο κι εγώ σταμάτησα, αλλά έκανα το λάθος να είναι η μπροστινή μου ρόδα μέσα στη διάβαση (να διευκρινίσω εδώ ότι αν και φταίω, έχω ένα ελαφρυντικό, γιατί σε πολλούς δρόμους, ανάμεσα από τη διάβαση πεζών και εκεί που σταματάνε τα αυτοκίνητα, υπάρχει χώρος για να σταματάνε τα ποδήλατα, αλλά στον συγκεκριμένο δρόμο δεν υπήρχε και άργησα να το δω). Όπως λοιπόν περνούσε ο κόσμος από τη διάβαση, μια γιαγιά μου έκανε παρατήρηση, γιατί της έκλεινα λίγο το δρόμο (όχι ότι δε θα μπορούσε να με αποφύγει), και μου υπέδειξε ευγενικά αλλά αυστηρά να πάω λίγο πιο πίσω. Της ζήτησα συγνώμη και πήγα. Δεν γέλασε με την γκάφα μου, δεν στερήθηκε το δικαίωμα της – ναι, απλό και ασήμαντο – στην καθαρή διάβαση, αλλά απαίτησε να διορθώσω την παρατυπία μου. Γιατί; Γιατί απλά κι αυτή έχει μάθει να πειθαρχεί και να μην παρανομεί.

Τι θέλω να πω; Ο πολίτης στις χώρες με χαμηλούς δείκτες διαφθοράς αφ’ ενός δεν διανοείται την παρανομία και αφ’ εταίρου δεν την ανέχεται. Όπως έχει μάθει από παλιά να πειθαρχεί σε κανόνες, έτσι απαιτεί κι από σένα να πειθαρχείς. Και εκτός από σένα βέβαια, το απαιτεί κι από τον προϊστάμενό του, από τον δημοτικό τους σύμβουλο, από τον δημοσιογράφο του, τον δικηγόρο του, τον ιατρό του, τον δάσκαλο οδήγησης, τον διευθυντή της πολεοδομίας, τον ελεγκτή τροφίμων, τον υπουργό του, τον πρωθυπουργό του.

Μην πέφτουμε από τον ουρανό όταν βλέπουμε δικηγόρους σε κυκλώματα, εργοδότες που προσλαμβάνουν με μη αξιοκρατικά κριτήρια, γιατρούς που παίρνουν φακελάκια, υπουργούς παίρνουν μίζες, υπηρεσίες που εκδίδουν άδειες κατόπιν χρηματισμού, ιδιοκτήτες κέντρων διασκέδασης που στοιβάζουν περισσότερο κόσμο από το επιτρεπτό όριο χωρίς να τηρούνται προδιαγραφές, υπαλλήλους που σου μιλάνε σα να είσαι ο τελευταίος του κόσμου, που παίρνουν άδεια από τη σημαία και λείπουν αδικαιολογήτως σε εργάσιμη μέρα ή που θεωρούν την λούφα κατόρθωμα και μαγκιά.

Όλοι είναι άνθρωποι σαν κι εμάς, που μεγάλωσαν σε ένα περιβάλλον που σε μαθαίνει ότι ο σκοπός είναι να βγάλεις περισσότερα λεφτά με το λιγότερο κόπο, έστω κι αν είναι παράνομος, κι ότι μην ανησυχείς, όλοι στο κόλπο είναι, όλοι τα ίδια κάνουνε, ούτε ο πρώτος θα είσαι ούτε ο τελευταίος.

Και για να μην πλανόμαστε πλάνη οικτρά. Βεβαίως και σε άλλες χώρες υπάρχει διαφθορά. Η εξουσία, είτε πολιτική, είτε οικονομική, είτε άλλου τύπου, πάντα είναι δέλεαρ για να παρανομήσεις, και μάλιστα εκ του ασφαλούς. Μη γελιόμαστε, κι εδώ οι μεγάλοι κάνουνε τα δικά τους χωρίς να μαθαίνονται ποτέ. Τι πιστεύω; Πιστεύω ότι γίνονται σε μικρότερο βαθμό. Όχι τόσο εκτεταμένα, όχι τόσο απροκάλυπτα και ίσως όχι διακινδυνεύοντας (σε τέτοιο βαθμό) δημόσια αγαθά και τη δημόσια ευνομία και ευρυθμία.

Όλοι είμαστε υπεύθυνοι γι' αυτά που συμβαίνουν. Όχι μόνο γι' αυτά τα μεγάλα που ακούμε και αιφνιδιαζόμαστε (γιατί;) αλλά και για τα μιρκότερα, τα καθημερινά. Με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο, άλλος λιγότερο κι άλλος περισσότερο. Και μη νίπτουμε τας χείρας μας. Η ανοχή που επιδεικνύουμε, ακόμα και στην πιο απλή καταπάτηση δικαιωμάτων ή μη τήρηση κανόνων, είναι λίγο περισσότερο από ένα λιθαράκι.

Ας σταματήσουμε να περηφανευόμαστε για το πώς ξεγλιστρήσαμε με ένα καινούριο τρικ από τις υποχρεώσεις μας, για το πως καπελώσαμε έναν συνάδλεφο, για το πως γλιτώσαμε ένα πρόστιμο.

Ας σταματήσουμε να διακομωδούμε την τραγική κατάσταση που βρίσκεται η κοινωνία μας.

Ας σταματήσουμε να αυτοσαρκαζόμαστε, να τα ξεχνάμε όλα μετά από λίγο, να αδιαφορούμε για τα απλά και καθημερινά πράγματα που μας θίγουν, επειδή κατά βάθος ξέρουμε οτι κι εμείς κάπου κάπως κάποτε τα ίδια κάνουμε.

Ας σταματήσουμε κυρίως να θεωρούμε πως δεν είμαστε μέρος του προβλήματος.

Μόνο τότε μπορούμε να ελπίζουμε ότι κάτι θα αλλάξει.

Friday 27 April 2007

Greek proverb

Ας τα πάρουμε από την αρχή.

Στα περισσότερα λεωφορεία εδώ έχουν βάλει τηλεοράσεις, μια σε κάθε όροφο, οι οποίες δείχνουν ένα καθορισμένο πρόγραμμα. Αυτό περιλαμβάνει διάφορα πραγματάκια για να περνάς την ώρα σου (υποτίθεται), από σπαζοκεφαλιές μέχρι γνωμικά, από ενημέρωση για τον καιρό μέχρι "Σαν σήμερα", από sudoku μέχρι συνταγές μαγειρικής.

Τα περισσότερα μένουν ίδια για καιρό κι έτσι βαριέμαι να τα παρακολουθώ και προτιμώ να κοιτάζω έξω. Ειδικά στον πάνω όροφο ενός διώροφου, απ' όπου βλέπεις τα πάντα (να και κάτι άλλο που θα μου λείψει), είναι κρίμα να τη βγάζεις βλέποντας μια οθόνη.

Στο θέμα μας όμως.

Είδα χτες στο πρόγραμμα αυτό ένα γνωμικό που φερόταν ως Greek proverb (ελληνική παροιμία), το οποίο έλεγε:

A society grows great when old men plant trees whose shade they know they shall never sit in.

Η αλήθεια είναι ότι δε μου θύμιζε κάτι, και ένοιωσα λίγο άσχετος. Να μας προσάπτουν κάτι τόσο βαθύ, κι εγώ να μην έχω καν ιδέα; Τι ντροπή...

Γυρνώντας λοιπόν σπίτι κοίταξα λίγο στο internet, να μορφωθώ. Διαπίστωσα ότι πράγματι το συγκεκριμένο γνωμικό, στα αγγλικά πάντα, φέρεται ως ελληνική παροιμία. Αλλά πουθενά μια μετάφραση, μια παραπομπή, μια πηγή, κάτι. Greek proverb, έτσι απλά.

Σπάω το κεφάλι μου να θυμηθώ αν την έχω ακούσει ποτέ, αλλά τζίφος!

Ρωτάω φίλους και γνωστούς, τηλέφωνα, mails, messenger (ok, υπερβάλλω λίγο) μήπως με διαφωτίσουν, τίποτα.

Τι στο καλό. Τόσα sites κάνουν λάθος; Τσάμπα η διαφήμιση; Τσάμπα το promotion της ελληνικής προνοητικότητας και ενδιαφέροντος για τις επόμενες γενιές;

Αυτό το τελευταίο έβαλε σε σκέψεις μια φίλη, η οποία αρκετά γλαφυρά μου υπέδειξε πως μάλλον κάνουν λάθος οι από δω. Καλό το νόημα της φράσης, αλλά ουδέ μία σχέση έχει με τα δικά μας μυαλά. Καθ' ότι, ως γνωστόν, λέει, εμείς δεν ενδιαφερόμαστε για τις επόμενες γενιές, κοινώς είμαστε "ότι φάμε ότι πιούμε κι ότι αρπάξει ο κώλος μας", μετά συγχωρήσεως.

Οπότε ή αρχαίας προέλευσης είναι (βέβαια, όλοι είμαστε για κλάματα, αλλά οι αρχαίοι στην απ’ έξω…), ή μας λυπήθηκαν και είπαν να φορτώσουν με αρετές και παροιμίες που δεν έχουμε, ή απλά δεν ξέρουμε τι μας γίνεται…

Καμιά γνώμη;

Thursday 26 April 2007

Απόθεμα για περιόδους δυστοκίας

Επειδή τελευταία με έχουν φάει οι υποχρεώσεις και από το τρέξιμο δεν προλαβαίνω να γράψω τίποτα αξιόλογο (καθ' ότι μόνο αξιόλογα γράφω, βεβαίως βεβαίως), σας βάζω κάποιες φωτογραφίες από τη βόλτα του Σαββάτου. Ναι, έχω απόθεμα, για να ξελασπώνω αυτές τις δύσκολες μέρες!

Όπως θα δείτε μας έκανε άψογο καιρό! Βγήκαν πάλι οι ξαπλώστρες στα πάρκα! Χτες όμως μας έριξε κάτι ψιχάλες, έτσι για να μας τιμωρήσει που αφήσαμε την ομπρέλα σπίτι. Την ξανάβαλα στην τσάντα και δε θα τη βγάλω μέχρι να καλοκαιριάσει!

St. Jame's Park


Και οι καθιερωμένες μασκότ...

Σε επόμενη ευκαιρία (ή ανάγκη) θα επιστατεύσω και τις φωτογραφίες της Κυριακής!

Friday 20 April 2007

Μια άλλη 20η Απρίλη

Μια άλλη 20η Απρίλη μας βρήκε σε ένα ΚΤΕΛ. Θυμάσαι; Ναύπλιο – Αθήνα.

Ήταν οι πρώτες μας διακοπές, έστω και σύντομες. Δεν ήταν όμως απλά ένα τριήμερο. Ήταν το πρώτο παραμύθι που ζήσαμε, μακριά από όλους και όλα.

Και ήταν όπως το είχαμε ονειρευτεί. Ερωτικό και ανοιξιάτικο. Και απολαμβάναμε την κάθε στιγμή χέρι χέρι. Εσύ έβλεπες τη λουλουδιασμένη πλαγιά και το Μπούρτζι βουτηγμένο στη θάλασσα και αναστέναζες στον ώμο μου, κι εγώ προσπαθούσα να «αμυνθώ», να κρύψω ότι μ’ αρέσει η στιγμή από φόβο μην μου την πάρει κάποιος, ξεθάβοντας κάθε κυνικό στοιχείο του χαρακτήρα μου. Κι ας σου χαλούσα τη στιγμή με τα ειρωνικά μου σχόλια περί κοινοτυπιών, ήξερες ότι δε θα ήθελα να είμαι πουθενά αλλού.

Και όταν εκείνη τη μέρα έπρεπε να φύγουμε, ξέραμε ότι είχαμε ζήσει κάτι μαγευτικό που θα το θυμόμαστε πάντα. Στην επιστροφή, στο ΚΤΕΛ αναπολούσαμε τις στιγμές και κάναμε σχέδια για την επόμενη απόδραση.

Λίγες ώρες μετά, το βράδυ εκείνης της 20ης Απρίλη, απαρηγόρητος σου τηλεφώνησα για να σου πω ότι είχε χαθεί η φωτογραφική μας μηχανή, και μαζί το φιλμ που είχαμε τραβήξει. Κάθε στιγμή που είχαμε αποθανατίσει και κάναμε σχέδια για τις λεζάντες στο άλμπουμ, θα έπρεπε να μείνει μόνο ως ανάμνηση, χωρίς τίποτα χειροπιαστό να τη θυμίζει. Προσπαθούσες να με πείσεις ότι δεν είχε σημασία, αλλά το άκουγα ότι κι εσύ είχες στενοχωρηθεί.


Μια άλλη 20η Απρίλη με βρίσκει πολύ μακριά σου.

Πρωί, κι εγώ στη στάση του λεωφορείου, να περιμένω.

Έχει ανοίξει ο καιρός από μέρες. Ανοιξιάτικος. Με τα δέντρα να έχουν πετάξει τα φύλα τους και τα λουλούδια να έχουν γεμίσει τους κήπους. Ναι, σαν τότε.

Ψάχνω την κάρτα για το λεωφορείο. Φοράω το ανοιξιάτικο μπουφάν, το έβγαλα χτες από την ντουλάπα, και δε θυμάμαι που την έβαλα. Στα γρήγορα ψάχνω τις τσέπες και ανησυχώ μήπως την έχασα. Αλλά εκεί ήταν, στην εσωτερική με το φερμουάρ.

Κάτι ψηλάφισαν όμως τα δάχτυλά μου φευγαλέα. Χαρτί. Τσαλακωμένο. Μάλλον κάποια ξεχασμένη απόδειξη ή κάποιο εισιτήριο θερινού κινηματογράφου. Στη σκέψη τι ανάμνηση θα ξεθάψω από την πριν από λίγους μήνες ζωή μου, από ένα τρελό καλοκαίρι ή από κάποιο Πάσχα με την οικογένεια, ετοιμάζομαι να γελάσω. Οι συνειρμοί πολλοί.

Αλλά δεν είναι απόδειξη.

Δεν είναι εισιτήριο θερινού κινηματογράφου.

Είναι ένα εισιτήριο που πάνω λέει «ΚΤΕΛ Νομού Αργολίδας».


Black out.

Διαδρομή Ναύπλιο – Αθήνα.

Μια άλλη 20η Απρίλη.


Τα χάνω.

Το διπλώνω και το βάζω ξανά στην τσέπη μου.

Θα σε πάρω να στο πω, αλλά να το ξέρεις, αν αρχίσεις πάλι τους αναστεναγμούς, θα ξετρυπώσω πάλι την κυνική μου πλευρά.

Sunday 15 April 2007

Διασκέδαση a la park

Κυριακή βράδυ πάντα με πιάνει μια μελαγχολία. Όχι τόσο επειδή αρχίζει μια καινούρια εβδομάδα, με υποχρεώσεις, τρέξιμο και χίλια δυο. Αλλά επειδή τελειώνει ένα Σαββατοκύριακο, και κάθε φορά σκέφτομαι αν θα μπορούσα να κάνω περισσότερα πράγματα, αν χαράμισα κάποιες ώρες, αν αυτό το λίγο χρόνο τον εκμεταλλεύτηκα στο έπακρο. Για να παίρνω απαντήσεις που με ικανοποιούν προσπαθώ τις περισσότερες φορές να ξυπνάω πολύ πρωί την Κυριακή. Μ’ αρέσει να σηκώνομαι οκτώ το πρωί και να νιώθω ότι έχω όλη τη μέρα μπροστά μου. Μου δίνει την αίσθηση ότι νικάω το χρόνο, ότι κερδίζω έδαφος. Και όταν πια φτάνει το μεσημέρι και ήδη είμαι κουρασμένος, γελάω, γιατί ξέρω ότι δεν πήγε χαμένη μια μέρα.

Αυτές τις μέρες έχει αρκετή ζέστη εδώ, απ’ ότι ενημερώθηκα μάλιστα το αναφέρουν και στις ειδήσεις εκεί κάτω, πως είναι λέει 10 βαθμούς πάνω από την κανονική για την εποχή θερμοκρασία. Ηλιοφάνεια, ζέστη με ελαφρό αεράκι, περισσότερο για Μάιος (Ελλάδας, γιατί Αγγλίας που να ξέρω;) παρά για Απρίλιος μοιάζει ο καιρός.

Μ’ αρέσει που συνεχίζεται κι αυτό το παραμύθι με τα «φυσιολογικά για την εποχή επίπεδα». Απλά για να επιβεβαιώνουμε με κάθε ευκαιρία ότι τα πράγματα σ’ αυτό το θέμα έχουν πάρει ένα δρόμο χωρίς γυρισμό.

Είδαν λοιπόν οι Άγγλοι ήλιο και ξεχύθηκαν – πάλι – στα πάρκα.

Θυμάμαι αυτή τη φράση, να μου τη λένε φίλοι μου που είχαν ζήσει για κάποιο διάστημα στο εξωτερικό, με μια γερή δόση ειρωνίας. "Βλέπουν ήλιο και πηγαίνουν και λιάζονται".

Εγώ σας το λέω, δε μου κακοφαίνεται καθόλου αυτό. Οι άνθρωποι φαίνονται να το απολαμβάνουν πολύ περισσότερο από εμάς που τον έχουμε τον ήλιο κάθε μέρα πάνω από το κεφάλι μας! Γιατί απλά έχουν τα μέρη, έχουν τα πάρκα, και έχουν και τη διάθεση. Ναι, τη διάθεση. Θα πάρουν την οικογένειά τους, τα παιδιά τους, τους φίλους τους ή τον σύντροφό τους και θα πάνε να χαζολογήσουνε στο πάρκο, θα ξαπλώσουν στο χορτάρι να ακούσουν μουσική, θα παίξουν με το σκύλο τους ή απλά θα περπατήσουν χέρι χέρι.

Ναι, απλά πράγματα, που μπορεί να τα κοροϊδέψουμε, κι εγώ μαζί σας ίσως, γιατί έχουμε συνηθίσει αλλιώς. Αμαξάκι, καφετέρια, φραπεδιά ρεμβάζοντας τη θάλασσα (ωραία η θάλασσα, δε λέω), το βουνό (ωραίο και το βουνό) ή την Ακρόπολη (κι αυτή καλή είναι), καμιά βόλτα με τ' αμάξι να ξεδώσουμε με full τη μουσική, ή στην καλύτερη περίπτωση βόλτα, αλλά στα μαγαζιά. Ο τρόπος που εδώ θα περάσουν - κάποιοι εννοείται, όχι όλοι - το ηλιόλουστο Σάββατό τους, στο πάρκο, απλά δεν είναι στην κουλτούρα μας. Και γι' αυτό μας φαίνεται περίεργο.

Το ξέρω ότι σας έχω κουράσει, όλο για πάρκα γράφω, αλλά είναι κάτι που αν και τόσο απλό, ξέρω ότι θα μου λείψει όταν γυρίσω. Γιατί είναι μια όαση δίπλα στην βαβούρα της πόλης. Περνάς μια πύλη και ξαφνικά βρίσκεσαι σε άλλο κόσμο. Είναι ότι είναι για μας οι παραλίες το καλοκαίρι. Απλά όπου άμμο βάλτε γρασίδι. Α, και χωρίς τα μπικίνι, τουλάχιστον όχι ακόμα!

Παρέες, μικρές, μεγάλες, καθισμένες χάμω να κάνουν πικνίκ. Άλλοι, πιο μοναχικοί, με ένα mp3 στ’ αυτιά ξαπλωμένοι να διαβάζουν το βιβλίο τους. Πιο δίπλα νεαροί να παίζουν πασούλες με μια μπάλα ποδοσφαίρου, ενώ τα παιδιά παραδίπλα παίζουν κυνηγητό με το σκύλο τους! Ακόμα και κάτι σαν κρίκετ έπαιζαν κάποιοι.

Στα δεκάδες μικρά δρομάκια κόσμος βόλταρε, ενώ στους πιο πλατείς δρόμους, μικροί και μεγάλοι πηγαινοέρχονται με πατίνια, ποδήλατα και roller skates, δίπλα σ' αυτούς που έκαναν jogging.

Στην άκρη της Serpantine, της μεγάλης λίμνης του Hyde Park, στη σειρά παρατεταγμένοι δρόσιζαν τα πόδια τους ταΐζοντας πάπιες και κύκνους, ενώ στο βάθος τα… λιμνίσια – κατά το θαλάσσια; – ποδήλατα συναγωνίζονταν της βάρκες σε ρομαντισμό και παιχνίδι.

Ήταν μια ευκαιρία για χαλάρωση, για γέλιο, για παιχνίδι, και απ’ ότι φαίνεται οι άνθρωποι εδώ δεν αφήνουν τέτοιες ευκαιρίες να πάνε χαμένες.

Καλή εβδομάδα!

Thursday 12 April 2007

Ένα αλλιώτικο Πάσχα

Όταν αποφάσιζα λόγω υποχρεώσεων να μείνω το Πάσχα στο Λονδίνο, παρά την ευτυχή συγκυρία της σύμπτωσης Καθολικού και Ορθόδοξου Πάσχα, και να μη γυρίσω στην Ελλάδα όπως οι περισσότεροι εδώ, ήξερα ότι θα είναι λίγο πιο άνοστο απ’ ότι άλλες χρονιές. Όπως και να το κάνεις, καλή η οργάνωση της Αγγλίας, καλή η ευγένεια των Άγγλων, καλά τα πάρκα και τα ποτάμια, αλλά θα ήθελα το Πάσχα να το περνούσα με την οικογένειά μου, και να κάνω ότι κάθε χρόνο. Αυτή είναι η γλύκα της παράδοσης άλλωστε. Να κάνεις κάποια πράγματα κάθε φορά και να σου αρέσει αυτή η ίδια η επαναληψιμότητα.

Ευτυχώς δεν το πέρασα μόνος μου, αφού μου ήρθε παρέα από την Αθήνα.

Από νωρίς προσπαθήσαμε να δημιουργήσουμε πασχαλιάτικο σκηνικό. Τη Μεγάλη Πέμπτη βάψαμε τα αβγά μας (μπογιά φέραμε από Ελλάδα, που να ψάχνεις τώρα εδώ…), τα οποία όμως μας βγήκαν λίγο ροζέ. Δεν πειράζει, το πιάσαμε το νόημα, αυτό μετράει! Η νηστεία νηστεία βέβαια, αν και προσπαθούσαμε να την κάνουμε λίγο πιο oriental, είχα και μουσαφίρισσα, μην την ταΐζω συνέχεια ψωμί, ελιές και χαλβά! Να’ ναι καλά τα ιαπωνέζικα και τα κινέζικα! Βέβαια για μένα νηστεία δεν είναι ακριβώς να μην τρως τυρί αλλά να σαβουρώνεις γλυκόξινες γαρίδες, αλλά για μια φορά, υπό ιδιάζουσες περιστάσεις, μπορείς να κάνεις μια παρασπονδία.

Ο καιρός μας έκανε το χατίρι και ήταν ανοιξιάτικος. Έτσι βρήκαμε ευκαιρία να βολτάρουμε στα διάφορα πάρκα, αλλά και σε κάποια κανάλια του Τάμεση, που είναι ιδανικά για απογευματινή βολτίτσα.

Το Λονδίνο έχει αρκετές Ορθόδοξες εκκλησίες, κι έτσι ο καθιερωμένος εκκλησιασμός δεν έλειψε. Με κάποιες παραλλαγές, όπως για παράδειγμα Μεγάλη Παρασκευή χωρίς περιφορά επιταφίου, ή Ανάσταση στις 11.30 (όχι, δε βιαζόταν ο ιερέας, έτσι ήταν προγραμματισμένο).

Ούτε η μαγειρίτσα έλειψε, και πολύ το χάρηκα. Όπως και το τσούγκρισμα των αυγών, αν και πρέπει να παραδεχτώ ότι έχασα τις περισσότερες φορές. Από μικρός επιμένω να διαλέγω για αυγό το πιο κόκκινο, λες κι αυτό έχει να κάνει με τη σκληρότητα του! Ανεξήγητο, αλλά επιμένω! Το γιορτινό τέλος της νηστείας ολοκληρώθηκε με ένα brownie που είχα φτιάξει με τα χεράκια μου! Οκ, μάλλον το παράκανα λίγο.

Την Κυριακή αρνί δε σουβλίσαμε, γιατί μου είπαν ότι δε μπορούσα ανάψω φωτιά στο πάρκο! Και που να βρίσκεις και αρνί τώρα... Έτσι είπαμε να γιορτάσουμε με παϊδάκια, τζατζίκι και κόκκινο κρασί. Εντάξει, δεν έχει το χαβαλέ της σούβλας, αλλά πρέπει να μάθεις να συμβιβάζεσαι… Το κοκορέτσι πάντως να σας πω την μαύρη αλήθεια, μου έλειψε! Το βράδυ μας βρήκε βαρυστομαχιασμένους, όπως κάθε χρόνο τέτοια μέρα, που σημαίνει πως ο στόχος επιτεύχθη!

Άντε και του χρόνου, και ίσως με σούβλα και κοκορετσάκι!

Και για να μη σας αφήσω παραπονεμένους…

Ένα από τα κανάλια που λέγαμε.


Regent Canal

Στο Regent Park (ναι, βαρκάδα κάνουνε!).

Regent ParkΚι ένα ακόμα σκιουράκι!

Skiouraki

Χρόνια πολλά!

Friday 6 April 2007

Παρόρμηση και εξόρμηση

Δεν είμαι παρορμητικός άνθρωπος. Σκέφτομαι πολύ πριν πράξω κάτι. Ο αυθορμητισμός και ο αυτοσχεδιασμός δεν μπορώ να πω οτι είναι το φόρτε μου. Οι αποφάσεις μου και οι αντιδράσεις μου τις περισσότερες φορές βασίζονται σε ενδελεχή (έως και εκνευριστική) μελέτη γύρω από το θέμα.

Τις περισσότερες φορές.

Γιατί κάποιες φορές απλά ερχόμαστε να διαψεύσουμε και να ξαφνιάσουμε τον ίδιο μας τον εαυτό.

Η σκέψη που λέγαμε είχε γίνει εμμονή, και για να ξεφύγω από αυτή αποφάσισα να την ακολουθήσω. Κι όπου με βγάλει.

Προς το παρόν με έβγαλε στο Hyde Park, και είπα να μοιραστώ κάποιες φωτογραφίες. Ευτυχώς ο καιρός αυτές τις μέρες είναι ανοιξιάτικος, αλλά και απρόβλεπτος, όπως πάντα.

Hyde ParkHyde ParkHyde Park skiourakiHyde Park Lancaster Gate

Καλό Πάσχα σε όλους και Καλή Ανάσταση!

Sunday 1 April 2007

For the mother to eat and not to give to her child

Κατεβαίνοντας το πρωί για μια βόλτα στη γειτονιά, μιας και ο καιρός σήμερα είναι απλά εκπληκτικός, αντίκρισα σκηνές που με μετέφεραν αλλού.

Στο δρόμο προς την πλατεία, είχαν στηθεί κάτι πάγκοι από χαρακτηριστικές ελληνόφατσες, και είχαν μετατρέψει τον Λονδρέζικο δρόμο σε λαϊκή αγορά.

Έξω από μια pub, ένας τύπος με μουστάκι και ένα ιδρωμένο φανελάκι ανέμιζε έναν μπαλτά και φώναζε “Come, come, my ladies. Here the good lamb, here the good lamb! For the mother to eat and not to give to her child. Και να’ σου να κατεβαίνει η μαχαίρα και να κόβονται τα παΐδια. Σκέφτηκα να αγοράσω, γιατί Πάσχα έρχεται, κάτι πρέπει να σουβλίσω. Βέβαια δεν έχω σκεφτεί που θα στήσω τη σούβλα. Σκέφτομαι να πάω σε κάνα πάρκο, αλλά δεν ξέρω αν επιτρέπεται. Μην με πάνε και μέσα Άγιες μέρες…

Αυτές τις σκέψεις έκανα, και όπως πλησίαζα τον συμπαθέστατο κρεοπώλη, βλέπω να τον πλησιάζουν κάτι τύποι με μαύρες καπαρντίνες και γυαλιά ηλίου. Του δείχνουν μια ταυτότητα, και του λένε “Show us your papers. Where are the seals on the lambs? Are they local, or you have illegally imported?”. Έντρομος ο συμπαθέστατος κρεοπώλης βάλθηκε να τους δείχνει κάτι χαρτιά, αλλά δεν μπόρεσα να μην παρατηρήσω ένα μάτσο 20λιρα που έχωσε στην τσέπη του ενός. Στη στιγμή βλέπω τους men in black να αλλάζουν βλέμμα, και χαμογελώντας να συγχαίρουν τον συμπαθέστατο κρεοπώλη για τον άψογο επαγγελματισμό του.

Πιο κάτω ένας άλλος πραματευτής είχε απλώσει σε μια κουρελού λογής λογής φαγώσιμα. Νηστίσιμα, λόγω την ημερών. Χαλβάς, όχι ο συμιγδαλένιος, ο άλλος, του εμπορίου, ελιές, κονσέρβα με χταποάκι στο λάδι, ταραμοσαλάτα, και άλλα τέτοια. Από ένα φούξια ipod nano ενσωματωμένο σε μεγάλα ηχεία ακουγόταν η φωνή του Καζαντζίδη για το πικρό ψωμί της ξενιτιάς, το πουκάμισό του, την καρδιά που δε θα ξαναγαπήσει και άλλα τέτοια γνώριμα. Σε μια φάση ένας ξανθούλης, με φακίδες, Άγγλος με τα ούλα του, περνώντας μπροστά από τον πάγκο, αφήνει τις σακούλες από τα Harrods χάμω, βγάζει το σακάκι του και αρχίζει να ρίχνει σβούρες με τα χέρια σε έκταση, λέγοντας στην παρέα του “Yeah! Lets dance zebekiko”. Ξάφνου γονατίζουν κάτω 4-5 αγγλίδες και αρχίζουν να του χτυπούν παλαμάκια, φωνάζοντας “Opa, opa”. Το σκηνικό δεν άργησε να πάρει διαστάσεις πανηγυριού, αφού τον πήραν πρέφα οι θαμώνες της pub, που από το πρωί είχαν επιδοθεί σε μπυροποσία, και έσπευσαν να συμμετέχουν. Από το πουθενά σκάει μύτη ένας τυπάκος και ανοίγει ένα μπουκάλι ούζο και αρχίζει και τους ρίχνει στα μπυροπότηρα. Αυτοί τσούγκριζαν με πάθος φωνάζοντας “Cheers” και τα κατέβαζαν ξεροσφύρι.

Προσπαθώντας να συνέλθω από τα σουρεαλιστικά που παρακολουθούσα, συνέχισα τη βόλτα μου. Δεν άργησε όμως να μου έρθει το τρίτο σοκ. Μπροστά από τα starbucks και τους απορημένους θαμώνες του που έπιναν το caramel machiatto τους λιαζόμενοι, είχε στήσει πάγκο ένας τύπος με ψάρια. Κυριακή των Βαϊων λέω, ας πάρω να κάνω ψάρι, γιατί όχι. Τον πλησιάζω. “Watch it, mate. It’s fresh. It sloshes (μτφ σπαρταράει). Look. Look at its eye. Look. Smell it. Just came from the sea!” και μου το κολλάει στη μούρη για να μυρίσω τη φρεσκάδα του. Τέλος πάντων, με τα πολλά τον πίστεψα, άλλωστε στο βάθος είδα κάτι ψαροκάικα που απομακρύνονταν… Του δείχνω ένα ψάρι, δεν πολυκατάλαβα τι ήταν. Πιάνει αυτός κάτι εφημεριδόφυλλα, από την Κυριακάτικη Sun και την Independent ήταν αν είδα καλά, και μου το τυλίγει.

Κι έτσι γύρισα σπίτι γεμάτος εικόνες, γεύσεις και μυρωδιές. Αποστειρωμένη Ευρώπη σου λέει μετά...


Καλή Πρωταπριλιά!