Σας έχει συμβεί ποτέ να θέλετε να συγκεντρωθείτε στη δουλειά σας, αλλά επειδή διαβάσατε, ακούσατε ή είδατε κάτι, οι σκέψεις σας τρέχουν σαν αφηνιασμένες και αισθάνεστε ότι αν δεν τις πείτε κάπου θα σκάσετε; Κάνεις μια προσπάθεια να το ξεχάσεις, τίποτα. Δεύτερη, τίποτα. Οπότε ανοίγεις το blog και γράφεις…
Από τότε που έχω έρθει Αγγλία ελάχιστες φορές έχω ενημερωθεί για τα τεκταινόμενα στην Ελλάδα. Και όχι γιατί το παίζω αφ’ υψηλού και δε με νοιάζει τι γίνεται πίσω. Όχι. Απλά όσες φορές το επιχείρησα απογοητεύτηκα, μιζέριασα και αναρωτήθηκα «Γιατί». Και οι απαντήσεις στα Γιατί είναι που πληγώνουν περισσότερο. Όπως και η διαπίστωση ότι τίποτα δεν πρόκειται να αλλάξει.
Έτυχε να διαβάσω λίγο για τα διάφορα σκάνδαλα διαφθοράς, με κάτι ομόλογα, κάτι παραιτήσεις και άλλα τέτοια. Αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Ακόμα πιο μικρά και φαινομενικά ασήμαντα πράγματα που διαβάζω ή μαθαίνω από τους φίλους πίσω, με πληγώνουν και ορισμένες φορές με οργίζουν.
Γιατί; Γιατί αυτά να συμβαίνουν μόνο σε εμάς. Γιατί στις άλλες «πολιτισμένες» χώρες δεν έχουν τέτοια προβλήματα;
Παλαιότερα πίστευα ότι κάνω λάθος. Ότι συμβαίνουν κι εκεί, αλλά δεν φτάνουν στ’ αυτιά μας. Αυτό είναι μια παρηγοριά. Κλείνεις τα μάτια, ψιθυρίζεις «θα περάσει κι αυτό, παντού γίνονται» και συνεχίζεις. Αυτή είναι η πρώτη αντίδραση και η πιο ασφαλής. Και κυρίως ξεκούραστη. Δεν έγινε και τίποτα.
Μετά ήρθα εδώ. Και διάβαζα εφημερίδες (λιγότερο), ενημερωνόμουν από το internet (περισσότερο), και πάλι άρχισαν να μου δημιουργούνται ερωτήματα, ξυπνώντας το εφησυχασμένο μου πνεύμα. Ούτε σκάνδαλα, ούτε διαφθορά, τουλάχιστον όχι στο βαθμό και τη συχνότητα που τα διαβάζουμε στην Ελλάδα. Αφελώς λοιπόν καθησύχασα τον εαυτό μου. «Απλά εμείς στην Ελλάδα είμαστε μίζεροι εκ φύσεως και τα ψάχνουμε όλα, δείχνουμε μόνο τα κακά, κάνουμε την τρίχα τριχιά», κι άλλα τέτοια που λέμε συνήθως. Ξεκούραστα και απροβλημάτιστα.
Στην πορεία άρχισα όμως να αμφισβητώ αυτή μου την πεποίθηση. Όχι εντελώς, σίγουρα έχουμε μια τάση να αντιμετωπίζουμε την πραγματικότητα με διαφορετικό πρίσμα. Αλλά από πού προκύπτει αυτό.
Δεν άργησα να βρω μια απάντηση. Με μια φράση;
Ο Έλληνας έχει μάθει στην σιγουριά της ατιμωρησίας.
Από εκεί ξεκινάνε όλα.
Από εκεί και κάπου αλλού. Φταίνε μονίμως οι άλλοι. Εμείς δεν έχουμε ανάμειξη σε τίποτα. Είμαστε τα θύματα του συστήματος, οι καταπιεσμένοι από το κράτος.
Τα πράγματα είναι απλά.
Στο εξωτερικό (και όταν μιλάω για εξωτερικό αναφέρομαι φυσικά στης Δυτικές ανεπτυγμένες χώρες. Εκτός αν θέλουμε να συγκρινόμαστε με τις χώρες της Αφρικής, ή έστω της Ασίας…) είναι απλά αδιανόητο να παρκάρεις παράνομα. Δεν γίνεται. Όχι μόνο δε γίνεται, αλλά δε σου περνάει από το μυαλό. Έτσι έχεις μάθει βρε παιδί μου, πώς να το κάνουμε;
Πως έγινε αυτό; Να σας πω πως. Κάθε πρωί, περπατώντας λίγες εκατοντάδες μέτρα μέχρι να φτάσω στη στάση του λεωφορείου, βλέπω πάντα 2 με 3 τύπους με τα φωσφοριζέ μπουφανάκια και τα μηχανάκια στο χέρι να περπατάνε ελέγχοντας τα παρκόμετρα και τα αυτοκίνητα. Τους βλέπω και το απόγευμα όταν γυρίζω. Τους βλέπω κι από το λεωφορείο όπως πάω στη δουλειά. Τι δε βλέπω; Ανεβασμένα αμάξια στα πεζοδρόμια, διπλοπαρκαρισμένα αυτοκίνητα να εμποδίζουν το λεωφορείο να στρίψει, μηχανές να εμποδίζουν τους πεζούς και φορτηγάκια να ξεφορτώνουν εμπορεύματα εμποδίζοντας τον κύριο στο καροτσάκι που προσπαθεί να βρει την ράμπα. Σας θυμίζει κάτι αυτό το θέαμα; Ναι, είναι μια καθημερινή εικόνα στους θορυβώδεις δρόμους της Αθήνας. Την οποίαν βέβαια θα συμπληρώσουν τα ακατάπαυστα κορναρίσματα, οι παραβιάσεις των φωτεινών σηματοδοτών και των πινακίδων, και άλλα τέτοια.
Μια εύρυθμη κοινωνία βασίζεται σε κανόνες και στην τήρηση αυτών. Η τήρηση των κανόνων γίνεται από ανθρώπους πειθαρχημένους, και ναι, ενίοτε εξαναγκασμένους. Γιατί αυτοί οι κανόνες θεσπίστηκαν για να κυλούν ομαλά τα πράγματα. Για να μη θίγει ο ένας τον άλλον. Προσέξτε, μιλάω ακόμα για απλά και καθημερινά πράγματα. Για πράγματα και καταστάσεις που εσείς κι εγώ συναντάμε καθημερινά, και παίρνουμε μέρος, αν όχι πρωταγωνιστούμε.
Έχουμε μάθει στην σιγουριά της ατιμωρησίας. Και έχουμε φτάσει στο σημείο να θεωρούμε ότι η παρανομία και η παρατυπία, μέχρι ενός βαθμού, όχι μόνο δεν είναι κατακριτέα, αλλά τη διακωμωδούμε, γελάμε μαζί της και μερικές φορές τη θεωρούμε και μαγκιά! Θα επανέλθω σ’ αυτό αργότερα.
Το ένα λοιπόν είναι η έλλειψη μηχανισμών ελέγχου της τήρησης των κανόνων. Ή δεν υπάρχουν, ή είναι ανεπαρκείς, ή πάντα βρίσκουμε τρόπους να τους παρακάμψουμε. Κι έτσι μαθαίνουμε στην απειθαρχία. Εκεί είναι το δεύτερο. Ότι μπαίνει στο πετσί μας αυτή η ιδεολογία. Αυτή η σιγουριά, αυτή η τάση να απειθαρχούμε, γιατί είμαστε πιο έξυπνοι και πιο πονηροί. Αυτή η ευκολία με το να συμβιβαστούμε με κάποια κακά που οι ίδιοι διαπιστώνουμε στο σύστημα, προκειμένου να επιβιώσουμε. Κι εκεί το πράγμα ξεφεύγει. Γιατί όταν πειθαρχείς σε κανόνες εσύ και πειθαρχεί και άλλος δίπλα, δεν ανέχεσαι και δε γελάς με την παρανομία αλλά τη στηλιτεύεις.
Και βέβαια, για να μην παρεξηγηθώ. Όταν μιλάω για πειθαρχία, δεν εννοώ την άβουλη υποταγή, σε καμία περίπτωση. Αυτή την λανθασμένη εντύπωση έχουμε για τους "κουτόφραγκους", για να δίνουμε έναν μανδύα μαγκιάς και απόδειξης "ελευθερίας πνεύματος" στην καταπάτηση κανόνων που προβαίνουμε καθμερινά. «Σιγά μη γίνουμε ρομποτάκια, όπως οι ξένοι. Χαβαλές να γίνεται. Εμείς έχουμε άλλο ταπεραμέντο». Αυτό μας έφαγε... Σε όποιους τέλος πάντων χτυάει άσχημα ξεκαθαρίζω οτι μιλάω απλά για τήρηση κανόνων.
Δεύτερο παράδειγμα. Τις προάλλες ήμουν με το ποδήλατο σε ένα δρόμο. Άναψε κόκκινο κι εγώ σταμάτησα, αλλά έκανα το λάθος να είναι η μπροστινή μου ρόδα μέσα στη διάβαση (να διευκρινίσω εδώ ότι αν και φταίω, έχω ένα ελαφρυντικό, γιατί σε πολλούς δρόμους, ανάμεσα από τη διάβαση πεζών και εκεί που σταματάνε τα αυτοκίνητα, υπάρχει χώρος για να σταματάνε τα ποδήλατα, αλλά στον συγκεκριμένο δρόμο δεν υπήρχε και άργησα να το δω). Όπως λοιπόν περνούσε ο κόσμος από τη διάβαση, μια γιαγιά μου έκανε παρατήρηση, γιατί της έκλεινα λίγο το δρόμο (όχι ότι δε θα μπορούσε να με αποφύγει), και μου υπέδειξε ευγενικά αλλά αυστηρά να πάω λίγο πιο πίσω. Της ζήτησα συγνώμη και πήγα. Δεν γέλασε με την γκάφα μου, δεν στερήθηκε το δικαίωμα της – ναι, απλό και ασήμαντο – στην καθαρή διάβαση, αλλά απαίτησε να διορθώσω την παρατυπία μου. Γιατί; Γιατί απλά κι αυτή έχει μάθει να πειθαρχεί και να μην παρανομεί.
Τι θέλω να πω; Ο πολίτης στις χώρες με χαμηλούς δείκτες διαφθοράς αφ’ ενός δεν διανοείται την παρανομία και αφ’ εταίρου δεν την ανέχεται. Όπως έχει μάθει από παλιά να πειθαρχεί σε κανόνες, έτσι απαιτεί κι από σένα να πειθαρχείς. Και εκτός από σένα βέβαια, το απαιτεί κι από τον προϊστάμενό του, από τον δημοτικό τους σύμβουλο, από τον δημοσιογράφο του, τον δικηγόρο του, τον ιατρό του, τον δάσκαλο οδήγησης, τον διευθυντή της πολεοδομίας, τον ελεγκτή τροφίμων, τον υπουργό του, τον πρωθυπουργό του.
Μην πέφτουμε από τον ουρανό όταν βλέπουμε δικηγόρους σε κυκλώματα, εργοδότες που προσλαμβάνουν με μη αξιοκρατικά κριτήρια, γιατρούς που παίρνουν φακελάκια, υπουργούς παίρνουν μίζες, υπηρεσίες που εκδίδουν άδειες κατόπιν χρηματισμού, ιδιοκτήτες κέντρων διασκέδασης που στοιβάζουν περισσότερο κόσμο από το επιτρεπτό όριο χωρίς να τηρούνται προδιαγραφές, υπαλλήλους που σου μιλάνε σα να είσαι ο τελευταίος του κόσμου, που παίρνουν άδεια από τη σημαία και λείπουν αδικαιολογήτως σε εργάσιμη μέρα ή που θεωρούν την λούφα κατόρθωμα και μαγκιά.
Όλοι είναι άνθρωποι σαν κι εμάς, που μεγάλωσαν σε ένα περιβάλλον που σε μαθαίνει ότι ο σκοπός είναι να βγάλεις περισσότερα λεφτά με το λιγότερο κόπο, έστω κι αν είναι παράνομος, κι ότι μην ανησυχείς, όλοι στο κόλπο είναι, όλοι τα ίδια κάνουνε, ούτε ο πρώτος θα είσαι ούτε ο τελευταίος.
Και για να μην πλανόμαστε πλάνη οικτρά. Βεβαίως και σε άλλες χώρες υπάρχει διαφθορά. Η εξουσία, είτε πολιτική, είτε οικονομική, είτε άλλου τύπου, πάντα είναι δέλεαρ για να παρανομήσεις, και μάλιστα εκ του ασφαλούς. Μη γελιόμαστε, κι εδώ οι μεγάλοι κάνουνε τα δικά τους χωρίς να μαθαίνονται ποτέ. Τι πιστεύω; Πιστεύω ότι γίνονται σε μικρότερο βαθμό. Όχι τόσο εκτεταμένα, όχι τόσο απροκάλυπτα και ίσως όχι διακινδυνεύοντας (σε τέτοιο βαθμό) δημόσια αγαθά και τη δημόσια ευνομία και ευρυθμία.
Όλοι είμαστε υπεύθυνοι γι' αυτά που συμβαίνουν. Όχι μόνο γι' αυτά τα μεγάλα που ακούμε και αιφνιδιαζόμαστε (γιατί;) αλλά και για τα μιρκότερα, τα καθημερινά. Με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο, άλλος λιγότερο κι άλλος περισσότερο. Και μη νίπτουμε τας χείρας μας. Η ανοχή που επιδεικνύουμε, ακόμα και στην πιο απλή καταπάτηση δικαιωμάτων ή μη τήρηση κανόνων, είναι λίγο περισσότερο από ένα λιθαράκι.
Ας σταματήσουμε να περηφανευόμαστε για το πώς ξεγλιστρήσαμε με ένα καινούριο τρικ από τις υποχρεώσεις μας, για το πως καπελώσαμε έναν συνάδλεφο, για το πως γλιτώσαμε ένα πρόστιμο.
Ας σταματήσουμε να διακομωδούμε την τραγική κατάσταση που βρίσκεται η κοινωνία μας.
Ας σταματήσουμε να αυτοσαρκαζόμαστε, να τα ξεχνάμε όλα μετά από λίγο, να αδιαφορούμε για τα απλά και καθημερινά πράγματα που μας θίγουν, επειδή κατά βάθος ξέρουμε οτι κι εμείς κάπου κάπως κάποτε τα ίδια κάνουμε.
Ας σταματήσουμε κυρίως να θεωρούμε πως δεν είμαστε μέρος του προβλήματος.
Μόνο τότε μπορούμε να ελπίζουμε ότι κάτι θα αλλάξει.