Monday 28 August 2006

Να φάει κανείς – το κρέας – ή να μην φάει;

Για άλλη μια φορά σ’ αυτή τη χώρα ασχολούμαστε με το κρέας. Όχι εμείς, οι δημοσιογράφοι. Εμείς παρακολουθούμε με την μπουκιά στο πιρούνι, να αιωρείται μεταξύ στόματος και σκουπιδοτενεκέ. Που θα καταλήξει;

Το Σάββατο τα Νέα βγήκαν με τίτλο «Κρέας 7,5 ετών στο πιάτο μας». Όσο να ‘ναι ταράζεσαι βρε παιδάκι μου. Εδώ το ζαμπόν και σε μια βδομάδα παίρνεις άλλο. Και το άτιμο άντεξε 7,5 χρόνια;

Μαθαίνουμε λοιπόν, έντρομοι, πως εκατοντάδες τόνοι ύποπτου κρέατος, που παρέμεινε στα αζήτητα επί 7,5 χρόνια στην ελεύθερη ζώνη της Ολλανδίας, εισήχθη στη χώρα μας με διαδικασίες που προκαλούν πολλά ερωτηματικά και διατέθηκε σε τουριστικές περιοχές και κρουαζιερόπλοια.

Πανικός. Να τα βάλουμε κάτω να δούμε τι φάγαμε στο νησί! Γρήγορα!!! Εδώ διακυβεύεται η υγεία μας! Ωπ. Κάτσε. Λέει πως κανείς δεν είναι σε θέση να γνωρίζει εάν το κρέας αυτό προκαλεί βλάβες στην υγεία των πολιτών. Τι είναι πάλι τούτο. Πως γίνεται ένα κρέας μετά από 7,5 χρόνια να μην προκαλεί βλάβες; Κουζουλάθηκαν όλοι;

Μάλλον παρέλειψαν μια μικρή λεπτομέρεια… Δυο λέξεις, η 1η επίθετο, στη 2η βάζουμε μαγνητάκια. Να το πάρει το ποτάμι; Βαθιά κατάψυξη! Μικρή στο μάτι – η παράληψη – μεγάλη στην ουσία. Δεν παριστάνω τον ειδήμονα, αλλά το λέει ξεκάθαρα: «το βαθεία κατεψυγμένο κρέας δεν είναι υποχρεωτικό να αναγράφει ημερομηνία λήξης, παρά μόνον ημερομηνία παραγωγής και να συνοδεύεται από τα απαιτούμενα κτηνιατρικά υγειονομικά έγγραφα. “Επομένως, η λανθασμένη άποψη πως κάθε παρτίδα κατεψυγμένου κρέατος έχει συγκεκριμένο χρόνο ζωής, αποτελεί παραπλάνηση του καταναλωτικού κοινού”».

Δηλαδή; Δεν υπάρχει θέμα; Μα το έγραψε καθαρά η εφημερίδα. «Tεράστιο διατροφικό σκάνδαλο», «ύποπτο κρέας από τα αζήτητα στα πιάτα μας». Κι όμως, από την άλλη μαθαίνω σήμερα πως το κρέας από το Βέλγιο ελέγχθηκε σύμφωνα με όλες τις προβλεπόμενες διαδικασίες και βρέθηκε κατάλληλο για κατανάλωση, απαντά το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης. Τελικά να το φάω ή να μην το φάω; Άντε, ας το φάω…

Ωπ, υπάρχει κι άλλο θέμα! H παραγωγή του κρέατος έγινε το 1999 από την εταιρεία «MERITUS» στο Βέλγιο για να εξαχθεί στο Ιράν. Σημειώνεται ότι τότε, το 1999, βρισκόταν στην κορύφωσή του στο Βέλγιο το σκάνδαλο των διοξινών.

Χα! Την κατάλαβα την κομπίνα. Πάνε να μου δώσουνε μολυσμένο κρέας, που οι άτιμοι δεν το πετάξανε, και το έφεραν τώρα που έχει ξεχαστεί. Ατσίδας; Στο σκουπιδοτενεκέ γρήγορα!

Μια στιγμή… Άλλα μου λένε σήμερα. «Από τα πλήρη στοιχεία που διέθετε η Δ/νση Κτηνιατρικής της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Δυτ. Αττικής και τα οποία μας διαβιβάσθηκαν σε φωτοαντίγραφα καθώς και από συμπληρωματικές εργαστηριακές εξετάσεις στο Βέλγιο, προκύπτει πως το προϊόν αυτό είναι απαλλαγμένο διοξινών, υπεροξειδίων και έχει τα φυσιολογικά οργανοληπτικά χαρακτηριστικά. Επιπρόσθετα, τονίζεται ότι και το βελγικό αρμόδιο υπουργείο βεβαίωσε για την καταλληλότητα του κρέατος. Στη συνέχεια, σε δειγματοληψία της Νομαρχίας για παθογόνα κολοβακτηρίδια, σαλμονέλες και λιστέρια διαπιστώθηκε η μικροβιολογική ασφάλεια του εν λόγω κρέατος».

Δηλαδή; Να το φάω. Αφού με διαβεβαιώνουν ότι είναι υγιεινό.

Αμ δε. Όχι υγιεινό λέει, ασφαλές. Δηλαδή; Μα το λένε ξεκάθαρα οι κτηνίατροι. «…αν δεν έχει αναπτύξει εστίες μικροβίων, έχει χάσει τα ποιοτικά του χαρακτηριστικά και είναι μια άχρηστη τροφή. Διότι, ακόμη και αν δεν μας βλάψουν, οι ουσίες τους έχουν καταστραφεί, άρα δεν μας προσφέρουν τίποτα. Είναι για να καταλάβετε - λέει χαρακτηριστικά όπως τα ληγμένα φάρμακα ή τα ληγμένα τρόφιμα, τα οποία και όταν δεν μας βλάπτουν πάντως δεν μας ωφελούν».

Μπερδεύτηκα πάλι. Δηλαδή είναι μόνο για χόρταση; Από θρεπτικά συστατικά τίποτα; Τι μου λες ρε παιδί μου, απάτη.

Μα ο άλλος μου λέει πως στην κατάψυξη το κρέας δεν χάνει θρεπτικά συστατικά όπως οι πρωτεΐνες και οι υδατάνθρακες. Μόνο κατά τη διάρκεια της απόψυξης μαζί με τα υγρά χάνονται και ορισμένες υδατοδιαλυτές βιταμίνες.


Ζαλίστηκα. Θα γίνω vegiterian. Θα φάω χόρτα.

Αν όμως κι αυτά είναι από εκείνα τα άγρια που είχαν πει στις ειδήσεις πριν κανα μήνα, που τους μοιάζουν, τα δηλητηριώδη;

Saturday 26 August 2006

Μείον τα ΤΕΙ, και το ταμείο μείον

Χθες είδα για πρώτη φορά δελτία ειδήσεων, μετά από τόσο καιρό. Επισημοποίησα έτσι την οριστική επιστροφή μου στην καθημερινότητα. Διάλειμμα ήταν και πέρασε.

Έπεσα πάνω ένα ρεπορτάζ για τους μαθητές που έμειναν εκτός τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, για τα ΤΕΙ που θα συγχωνευτούν, για τις πόλεις που θα μαραζώσουν.

Το έγραψε και ο Country boy, τα είπανε κι ο γκαβός και ο κοντός. Αλλά αλλιώς είναι να τους ακούς με τα ίδια σου τ’ αυτιά.

Φωνάζουνε λέει στα χωριά και τα κεφαλοχώρια γιατί τα ΤΕΙ θα μείνουν άδεια. Γιατί 13000 μαθητές δεν πέρασαν πουθενά, ενώ ταυτόχρονα υπάρχουν τόσες κενές θέσεις στα περιφερικά ΤΕΙ.

Μια στιγμή, μια στιγμή. Μπάστα. «… που τα ΤΕΙ θα μείνουν άδεια». «13000 μαθητές δεν πέρασαν πουθενά». «Κενές θέσεις στα περιφερικά ΤΕΙ». Ακούνε τι λένε; Μιλάνε για Παιδεία. Θα περίμενε κανείς αυτός ο οδυρμός για το μέλλον των παιδιών τους να πηγάζει από το πραγματικό ενδιαφέρον για την επαγγελματική τους κατάρτιση, για την ακαδημαϊκή τους πορεία που δεν άρχισε ποτέ. Για την ανεργία και τη δυσκολία χωρίς πτυχίο να βρεις δουλειά – άλλο θέμα αυτό, μην τα μπλέξω, φουρκισμένος που είμαι τώρα. Αλλά εδώ τα κίνητρα είναι άλλα.

Τώρα αποφάσισαν κάποιοι πως για να αποκτήσεις πτυχίο, είτε ΑΕΙ είτε ΤΕΙ (κι αυτά ανώτατα δεν έχουν γίνει;) πρέπει να έχεις γράψει πάνω από 10. Και ξεσηκώθηκαν όλοι. Πολιτικοί, καταστηματάρχες, μεσίτες, δημοσιογράφοι. Όλοι. Εκτός από τους άμεσα ενδιαφερόμενους και τις οικογένειές τους. Από αυτούς που «θίγονται» άμεσα από το μέτρο αυτό. Δεν άκουσα κανέναν μαθητή να λέει «έγραψα 4, και τώρα η Υπουργός δε με αφήνει να σπουδάσω». Δεν είδα καμιά μάνα που το βλαστάρι της από μικρό φαινόταν ότι είχε κλίση μάλλον στη μπάλα παρά στο βιβλίο, και είχε μείνει ήδη μετεξεταστέος 4 χρονιές, να διαμαρτύρεται πως το παιδί της μένει εκτός ανώτατης εκπαίδευσης.

Ίσως τα λέω λίγο χύμα. Έτσι είμαι όταν γκρινιάζω. Προσοχή όμως. Δεν κρίνω τους μαθητές. Δεν είναι και λίγοι εξ’ άλλου, 13000 είναι, και αυτό είναι και ένα θέμα επιπλέον προβληματισμού. Απλά είμαι υπέρμαχος της άποψης πως συνήθως το θέλω υπερνικά το μπορώ. Εννοώ απλά πως αν εξαιρέσουμε τους άτυχους, οι οποίοι αν θέλουν μπορούν να ξαναπροσπαθήσουν του χρόνου για κάτι καλύτερο, οι περισσότεροι από τους «αποτυχόντες» (δε μ’ αρέσει η λέξη) το είχαν πάρει απόφαση από παλιά. Δεν τους ενδιέφερε. Τόσο απλά. Αν τους ενδιέφερε, θα προσπαθούσαν, έστω λίγο. Και είμαι απόλυτος με αυτό. Δε ζω στον κόσμο μου, από το σύστημα αυτό πέρασα κι εγώ. Και γι’ αυτό ξέρω πως με λίγη συνέπεια και λίγο προσοχή, λίγη βρε παιδί, όχι 10, και 13 βγάζεις. Άρα απλά they are not interested.

Προς τι λοιπόν η φαγωμάρα να τους βάλουμε σε ένα ΤΕΙ;

Μη γελοιόμαστε. Κανείς από τους ξεσηκωμένους δεν ενδιαφέρεται για την κατάρτιση των παιδιών. Την πάρτη τους κοιτάνε. Όλοι ανεξαιρέτως.

Ο πολιτικός θα κάνει τη δουλειά του να βάλλει κατά της κυβερνητικής αναλγησίας. Η φράση και μόνο «χιλιάδες μαθητές εκτός πανεπιστημίου – κενές θέσεις σε ΑΕΙ-ΤΕΙ» είναι πιασάρικη, κάνει τη δουλειά της.

Ο δήμαρχος θα εκπληρώσει το χρέος του, εν’ όψη μάλιστα δημοτικών εκλογών, και θα διαμαρτυρηθεί για την επερχόμενη οικονομική εξαθλίωση των ψηφοφόρων του.

Ο δημοσιογράφος θα κάνει παιχνίδι με την αναμπουμπούλα. Πάντα κάνει άλλωστε. Και όταν έμπαιναν όλοι, εξανίστατο με το οξύμωρο «φοιτητής με βαθμό εισαγωγής 2,5». Νομίζουν το ξεχάσαμε;

Και ο ιδιοκτήτης γκαρσονιέρας θα φωνάζει γιατί του κλέβουν τον πελάτη. Εμ, έτσι είναι. Ο πιο εύκολος και ξεκούραστος τρόπος να γίνεις πλούσιος. Το ελληνικό – κατά το American – όνειρο. Εισοδηματίας. Αγοράζεις 2 γκαρσονιέρες κοντά στο ΤΕΙ που τώρα χτίζεται, και μετά έχεις να λαμβάνεις. Κάθε μήνα. Και όλο και περισσότερα. Έτσι απλά. Ζωή να’ χουν τα νιάτα και οι πολιτικοί. Ζωή να έχει και ο Έλληνας που με την πρώτη ευκαιρία εγκαταλείπει την παραγωγή για να προσφέρει υπηρεσίες. Ήτοι, ενοικίαση δωματίων το καλοκαίρι, ενοικίαση γκαρσονιέρας το χειμώνα.

Είναι ντροπή για μια χώρα να ιδρύει σχολές χωρίς κάποια επιστημονική μελέτη για το που και πως πρέπει να διαρθρωθεί η τριτοβάθμεια παιδεία ανά τη χώρα. Συμφωνώ, όχι μόνο σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη και Πάτρα. Αλλά με σύστημα. Με μελέτη. Με έρευνα τόσο για τα γνωστικά αντικείμενα όσο και για την ανταπόκριση των μαθητών, αυτοί είναι οι ενδιαφερόμενοι άλλωστε. Και όχι να σπέρνουμε σχολές εδώ κι εκεί με πρωτεύον κριτήριο την «ενίσχυση της τοπικής οικονομίας».

Είναι ντροπή να φτιάχνουμε ΤΕΙ και ΑΕΙ κι εκεί που δε χρειάζεται, για να φάνε κι εκεί οι εργολάβοι. Και να τα θέλουμε γεμάτα με κάθε κόστος, ακόμα κι αν τα γεμίσουν φοιτητές εντελώς αδιάφοροι με το αντικείμενο. Ο σκοπός των ΤΕΙ είναι να βγάζουν πτυχιούχους ή να γίνονται ο κράχτης που θα φέρει τα ευρώ στην πόλη;

Πώς να το κάνουμε; Έχουμε να κάνουμε με Παιδεία, την μήτρα που κυοφορεί το μέλλον της χώρας μας. Ας σταματήσουν κάποιοι να σκέφτονται την τσέπη τους. Έλεος πια.

H κοροϊδία συνεχίζεται aka Τηλεπαιχνίδια μεταμεσονύκτιας ζώνης

Το είχα δει κι εγώ, ένα βράδυ λίγο πριν φύγω για διακοπές. Έκανα zapping ώσπου μια δεσποινίς μες στην τρελή χαρά, βραδιάτικα, με καλούσε να πάρω τηλέφωνο για να συμμετέχω στο παιχνίδι. Ευκαιρία, λέει, ήταν. Τηλέφωνο να σας πω την αμαρτία μου δεν πήρα, χάζεψα όμως να δω τι ήταν πάλι αυτό μου σκαρφίστηκαν κάποιοι να μου σερβίρουν. Το σενάριο γνωστό. Εύκολη ερώτηση, δεσποινίς που γέμιζε την ώρα με τον μονόλογό της (θέμα 1ο: η ευκολία της ερώτησης, θέμα 2ο: τα έπαθλο που με περιμένει), τηλέφωνο με χρέωση.

Το είχα ξαναδεί το έργο, πριν κάτι μήνες θυμάμαι. Δεν είχε γίνει τότε ένας μεγάλος σάλος για δαύτα και τα καταργήσανε; Και μετά έβγαζαν όλα τα κανάλια τον εμπνευστή της κομπίνας στα παράθυρα και οι τιμητές της δικαιοσύνης also known as δημοσιογράφοι εξανίσταντο με τον «εμπαιγμό του τηλεοπτικού κοινού»; Μήπως μ’ απατάει η μνήμη μου; Και τώρα σε μεγάλο κανάλι; Τι έγινε ξαφνικά; Σκέφτομαι θα γίνει πάλι καμιά φασαρία που τα ξαναρχίσανε, μέχρι να γυρίσω θα έχουν εξαφανιστεί.

Διαβάζω όμως σήμερα το οργισμένο μήνυμα του Αρκούδου (εξού και η φωτογραφία που παραθέτω). Και εκτός από την δυσάρεστη πραγματικότητα της συνεχιζόμενης κοροϊδίας στην οποία με προσγείωσε απότομα, μου εξήγησε και τους όρους του «παιχνιδιού».

Τι να πει κανείς…
Πάντως σήμερα το κανάλι προτίμησε τη μαγνητοσκοπημένη προβολή στίβου…

Thursday 24 August 2006

Σήμερα, μια μέρα που αλλάζει η ζωή σου

Έμαθα πως σήμερα ανακοινώθηκαν οι βάσεις για τα ΑΕΙ και ΤΕΙ.

Ένα καλοκαίρι, πριν μερικά καλοκαίρια, στο άκουσμα και μόνο της λέξης «βάσεις» με έλουζε κρύος ιδρώτας. Μέχρι τη μέρα σαν σήμερα.

Θυμάμαι ήμουν σε μάθημα οδήγησης, θεωρητικό, είχε μόλις αλλάξει – και εκεί – το σύστημα βλέπεις και έπρεπε να κάνεις συγκεκριμένο αριθμό θεωρητικών και πρακτικών μαθημάτων. Αυτό που ισχύει και σήμερα νομίζω. Δεκαοκτώ κλεισμένα εγώ, μη χάσω μέρα, αμέσως μαθήματα για το πολυπόθητο δίπλωμα.

Είχαν πει κατά τις δέκα θα τα ανακοίνωναν. Ζήτησα από τον δάσκαλο ένα διάλειμμα, το δικαιούμαστε άλλωστε, μια ώρα μας είχε μέσα και μας ζάλιζε για τις προτεραιότητες στις διασταυρώσεις. Δυο ήμαστε οι ενδιαφερόμενοι, εγώ κι άλλος ένας. Πήγαμε στην αίθουσα αναμονής. Ακόμα τη θυμάμαι. Τρεις πολυθρονίτσες, ένα τραπεζάκι, δυο φυτά, το κλασικό μηχάνημα νερού που κάνει μπουρμπουλήθρες κάθε που βάζεις, και η τηλεόραση να παίζει. Θρονιάστηκα και περίμενα. Δεν ήμουν όσο ψύχραιμος φαινόμουν. Είχα πάει καλά για τη σχολή που ήθελα, αλλά δεδομένου ότι ήταν η πρώτη χρονιά εφαρμογής του καινούριου συστήματος – και εκεί – δεν υπήρχαν στοιχεία για τις βάσεις παλαιοτέρων ετών. Γι’ αυτό και η ψυχραιμία ήταν επιφανειακή.

9:55. Αργεί πολύ αυτή η εισαγωγή του Υπουργού; Όλα στην Ελλάδα είναι ένα μπάχαλο, εδώ βρήκαμε να το παίξουμε Εγγλέζοι; Η αγωνία στο κατακόρυφο. Οι φωνές των υπολοίπων στην αίθουσα ακούγονται σαν από μακριά. Σαν σε όνειρο (ή εφιάλτη;) που κάποιος σου φωνάζει να ξυπνήσεις. Αλλά εσύ δεν ξυπνάς. Μένεις εκεί, να δεις το τέλος.

10:00. Αρχίζει το show. Και να σου οι σχολές να πηγαινοέρχονται στους πίνακες. Που είμαστε εμείς καλέ; Δεν βρίσκω τη δική μου. Σκέφτομαι να αλλάξω κανάλι. Χτυπάει το τηλέφωνο. Γνώριμη φωνή. «Έλα, τόσο η βάση για εκεί, τόσο για εκεί». Έτσι απλά. Είχα μπει στη σχολή προτίμησής μου, αλλά δεν είχα πιάσει την Αθήνα. Μέσα στη βδομάδα ταξίδι για σπίτι, σε ένα μήνα το πολύ μόνιμη εγκατάσταση.

Με τι ταχύτητα μπορεί να περνάνε οι σκέψεις από το μυαλό σου; Αν κρίνω από εκείνες τις στιγμές, πολύ γρήγορα, στ’ αλήθεια. Σκεφτόμουν ακατάπαυστα. Τις παρέες που αφήνω, αυτές που θα βρω εκεί. Τη βολή που θα χάσω, την περιπέτεια του να ζεις μόνος σου. Πως θα είναι να ζω εκεί; Η ερώτηση κλειδί, που κάθε τόσο επανερχόταν στο προσκήνιο. Φόβος για το άγνωστο, λύπη για τον αποχωρισμό, εκστασιασμός για το καινούριο, το μεγάλο, το όνειρο.

Το υπόλοιπο μάθημα πήγε στράφι.

Τηλέφωνα για συγχαρητήρια από συγγενείς και φίλους. Τα περισσότερα τα απαντούσα σαν αυτόματος τηλεφωνητής. «Ευχαριστώ πολύ. Να είστε καλά. Ναι, εκεί. Ναι, δεν πειράζει, σημασία έχει που πέτυχα τη σχολή. Ναι, ναι, το ξέρω ότι είναι ωραία, μου το έχουν πει». Ακολουθούν τηλεφωνήματα στους υπολοίπους της παρέας. Ευτυχώς τρεις καλοί μου φίλοι μπήκαν εκεί που ήθελαν, οι δυο στην Αθήνα. Δε χρειάστηκε να τους τηλεφωνήσω, ήξερα τους βαθμούς τους απ’ έξω. Μαζί τους είχαμε υπολογίσει άλλωστε, ένα μήνα πριν. Ένας δυστυχώς δεν πέρασε εκεί που ήθελε. Κρίμα. Δύσκολη θέση. Και τι να του πεις. Στριμώχνεσαι αλήθεια όταν εσύ είσαι ευτυχισμένος και πρέπει να εμψυχώσεις έναν απογοητευμένο φίλο. Το κάνεις όμως. Άτεχνα; Ίσως. Ανεπιτυχώς; Μπορεί. Σημασία έχει ότι ήσουν εκεί γι’ αυτόν, ότι προσπάθησες. Έτσι ήθελα να πιστεύω τουλάχιστον.

Πόσες φορές η ζωή μας αλλάζει τόσο ξαφνικά ρότα; Τόσο απότομα, με μια λιτή ανακοίνωση, με ένα νέο από την τηλεόραση, με το τηλεφώνημα ενός φίλου, με ένα γράμμα από το Πανεπιστήμιο. Λίγες, αν όχι ελάχιστες. Αλλά σε σημαδεύουν, κι έτσι δεν τις ξεχνάς ποτέ.

Wednesday 23 August 2006

Εδώ ο κόσμος καίγεται

Δε θα μπορούσα να το εννοώ περισσότερο κυριολεκτικά.

Χτες. Στην παραλία, κάπου στην Αττική. 12 και κάτι. Ένας κύριος πιο δίπλα, μαυρισμένος, με καπελάκι και μαγιό βερμούδα μιλάει στο τηλέφωνο, αρκούντως δυνατά.

- Έλα ρε. Τι γίνεται; Καίγεστε εκεί πάνω; Ναι, γι’ αυτό σε πήρα, να δω τι κάνεις.

Καζούρα στον εργαζόμενο φίλο του, σκέφτηκα. Βλέπεις από μέρες έλεγαν πως θα είναι η πιο ζεστή μέρα το καλοκαιριού. Και όσοι δύσμοιροι δουλεύουν, δέχονται τα ανάλογα πειράγματα. Λίγο αργότερα δυστυχώς κατάλαβα πως είχα πέσει έξω.

- Ναι ρε, εμπρησμός είναι, το είπε και στην τηλεόραση. Αφού άρχισε από 4-5 σημεία ταυτόχρονα…

Και τότε μπήκα στο νόημα. Σκέφτομαι πιθανά μέτωπα. Υποθέτω λεν για τη Ζάκυνθο, κάτι είχε πάρει το μάτι μου 2 ημέρες πριν στο internet, μπορεί να κάνω και λάθος. Το ξεχνάω. Ο ήλιος καίει, και δεν επιτρέπει στο μυαλό να κάνει πολύπλοκες σκέψεις.

Αργότερα στο σπίτι, ανοίγω το PC να σερφάρω λίγο. Η τηλεόραση κλειστή, συνέχεια από τη μέρα που γύρισα. Και τι να δω; Επαναλήψεις; Τις έφαγα στη μάπα πριν φύγω, να τις φάω και τώρα που γύρισα; Αφού καλά καλά, αν δε μου το έλεγε ένας φίλος, δε θα ήξερα πως άρχισε το Μουντομπάσκετ.

Κοιτάζω κάποια blogs. Βλέπω συχνά πυκνά τη λέξη Χαλκιδική στους τίτλους των μηνυμάτων. Και δίπλα οργισμένα σχόλια. Διαβάζω ένα τυχαία. Η Χαλκιδική φλέγεται.

Δεν είχα ποτέ την τύχη να επισκεφτώ τη Χαλκιδική. Όμως πολλοί Βορειοελλαδίτες φίλοι μου την επισκέπτονται τακτικά. Και μου έλεγαν πάντα τα καλύτερα. Για τις παραλίες, για το πράσινο. Σχεδίαζα κάποια στιγμή να πάω, αν και δεν πολυβολεύει για τους Αθηναίους. Προτιμάς να πας σε ένα νησί που λέει ο λόγος.

Δυο μέρες καιγόταν. Κάηκαν κατοικίες και τεράστιες δασικές εκτάσεις. Χάθηκαν δυο ζωές, άνθρωποι πήγαν στο νοσοκομείο.

Τις δυο πιο ζεστές ημέρες του καλοκαιριού - όλοι το ξέραμε, όσοι μπορούσαμε είχαμε κανονίσει μπανάκι - και η αντίδραση των αρχών ήταν τουλάχιστον απαράδεκτη. Συγνώμη από Υπουργούς για την μη-αντίδραση, αεροπλάνα που δεν απογειώθηκαν, άνθρωποι που πνίγηκαν. Μισός αιώνας, λέει, θα περάσει για να αποκτήσει η περιοχή την μέχρι πρότινος οικολογική της αξία.

Οργή και θλίψη. Κρίμα.

Περαστικά (μας).

Tuesday 22 August 2006

- Γιαννάκη, μη ρίχνεις άμμο στην πετσέτα της κυρίας!

Μιας και ο υδράργυρος αποφάσισε να πάρει τα πάνω του, σαν να το κάνει επίτηδες για να προϋπαντήσει τους χιλιάδες Αθηναίους που αυτές τις ημέρες επιστρέφουν στην πόλη και στην καθημερινότητα, είπα κι εγώ σήμερα, αφού στερούμαι υποχρεώσεων να πλατσουρίσω σε κάποια παραλία, να δροσιστώ λιγάκι.

Βρίσκομαι λοιπόν σε μια παραλία της Αττικής, χωρίς ιδιαίτερο κόσμο, αφού κατόπιν επιμονής μου, πήγαμε αρκετά νωρίτερα από το μεγάλο κύμα των εν Αθήναις τουριστών και απελπισμένων πολιτών. Βάζω την ομπρέλα μου κάπου στην άκρη, αν και στη μέση της η παραλία ήταν εντελώς άδεια, δυο μέτρα περίπου από τη θάλασσα, όπως οι περισσότεροι. Σιγά σιγά έρχεται κόσμος, εγκαθίσταται με την απαιτούμενη διαδικασία (κάρφωμα ομπρέλας – άπλωμα πετσέτας) και η ώρα κυλάει. Δεξιά και αριστερά μας έχουν ήδη «οριοθετήσει» το χώρο τους δυο οικογένειες με μικρά παιδάκια. Αρχικά είδα το όνειρό μου για ένα πρωινό χαλάρωσης να σβήνει, αλλά ευτυχώς οι φόβοι μου διαψεύστηκαν, αφού οι, νέοι σε ηλικία, γονείς ήταν πολύ αυστηροί με τα παιδιά τους και αυτά έπαιζαν χωρίς να ενοχλούν τους υπολοίπους. Ανακούφιση.

Εν τω μεταξύ σταδιακά αρχίζει και σχηματίζεται και δεύτερη σειρά λουομένων, αφού ήδη οι αποστάσεις σε αυτή των μπροστινών (ημών δηλαδή) είναι απαγορευτικές για επίδοξους γείτονες. Αμ δε… Είκοσι λεπτά αργότερα βλέπω μια μαμά με δυο ηλιοκαμένα αγοράκια, ηλικίας δημοτικού και βγάλε, να εφορμούν προς την παραλία με όλα τα εφόδια. Ομπρέλα, ξαπλώστρα, καρεκλάκια, βατραχοπέδιλα, φτυάρια (προσοχή, όχι φτυmom kids beachαράκια!), κουβαδάκια, φορτηγό, σανίδες κολύμβησης, μάσκα, γυαλιά, και μια σακούλα με αδιευκρίνιστο περιεχόμενο, που ωστόσο υποψιαζόσουν ότι περιείχε αντίστοιχο εξοπλισμό. Η μεσήλικη μαμά διακρίνει στην πρώτη σειρά ένα κενό παραδίπλα μας, της τάξης του 2x1 και υποδεικνύει περιχαρώς «Μπάμπη, εδώ την ομπρέλα». Όχι, τελικά λάθος είχα κάνει. Η εγκατάσταση προοριζόταν να γίνει μέσα στην θάλασσα, αφού τελικά το σχέδιο της μαμάς ήταν να βολευτούν κυριολεκτικά μπροστά από την μπροστινή σειρά. Κανένα πρόβλημα, σκέφτομαι, έτσι κι αλλιώς δεν κάθισαν μπροστά μου. Δεν απέφυγα βέβαια το σχόλιο στην παρέα μου για την ιδιοτροπία αυτή, αφού υπήρχε πολύ άπλα ακριβώς 2 μέτρα πιο πίσω. Anyway… Ηρεμία και πάλι.

Λίγα λεπτά αργότερα αναγκάζομαι να ξαναδιακόψω τη σιέστα μου. Κοιτάζω δεξιά κι αριστερά να εντοπίσω τον υπαίτιο, αλλά δεν άργησα και πολύ. Όχι, δεν ήταν τα μικρά παιδάκια των διπλανών, που συνέχιζαν να πλατσουρίζουν με τους γονείς τους, σχεδόν χαριτωμένα. Ήταν η γνωστή μαμά με το παιδάκι της.
- Μα αφού θέλω ρε μαμάααα!
- Όχι είπα. Όχι βουτιά από τα βράχια. Θα χτυπήσεις. Μπάμπηηηη! Πες του αδερφού σου να μη βουτήξει. Μπάμπηηηη!
- Αφού και ο Μπάμπης βούτηξε ρε μαμάααα!
- Είπα δε θα βουτήξεις!

Και για να βοηθήσω λίγο στην οπτικοποίηση της σκηνής, η μαμά καθόταν στην ξαπλώστρα της με ένα βιβλίο στο χέρι, ενώ το παιδί, με ένα σωσίβιο σαν αυτά επιβατικού πλοίου ωρυόταν μπροστά της, σε δυο μέτρα απόσταση, παίζοντας με τα νεύρα μας! Ο Μπάμπης λίγο πιο πέρα έπαιζε ατάραχος με το φορτηγό του, αρνούμενος να πάρει μέρος σ’ αυτήν την διένεξη.

Το πάρτι συνεχίστηκε λίγο αργότερα…
- Μην τρέχεις με τα βατραχοπέδιλα, θα σκοτωθείς
- …
- Βγάλε τα βατραχοπέδιλα είπα! Μπάμπηηηη! Βγάλε του τα βατραχοπέδιλα!

Ουδέν σχόλιο. Η κυρία, νευρώδης μεν στα λόγια, ατάραχη δε στη στάση, αφού δεν κουνήθηκε σπιθαμή να πλησιάσει το παιδί.

Δεν τελειώσαμε εδώ όμως…
- Γιατί παιδί μου ρίχνεις άμμο με το φτυάρι σου; Λερώνεις τον κόσμο. Θα χτυπήσεις κανα παιδί!
- …
- Σταμάτα παιδί μου με το φτυάρι είπα!
- …

Καμία αντίδραση, ούτε από το παιδί, αλλά ούτε από τη μαμά, ενώ οι πετσέτες των άμοιρων «ενοίκων» της διπλανής ομπρέλας, που ευτυχώς κολυμπούσαν, γέμιζαν από άμμο. Επιστροφή στο βιβλίο, σιγά μην ασχοληθούμε. Ρίξαμε την απαιτούμενη φωνή, το κάναμε το χρέος μας σαν μάνα! Τι να κάνω που αυτό δεν παίρνει από λόγια;

Ναι, είμαι γκρινιάρης, δεν είναι κρυφό. Μου τη δίνουν ορισμένα πράγματα και δε διστάζω να το λέω. Όμως δεν είμαι παράλογος – τουλάχιστον έτσι θέλω να πιστεύω.family at the beach Ξέρω πως όταν πάω σε μια παραλία, και αυτή δεν είναι το Super Paradise ή η Punda Beach, πολλοί από τους γύρω μου, με τους οποίους θα συνυπάρξω για αρκετή ώρα, θα είναι οικογένειες με παιδιά. Αυτό δε με ενοχλεί κατ’ ανάγκη. Το ξαναείπα, δεν είμαι παράλογος. Αλλά υπάρχουν πολλοί τρόποι να ψυχαγωγηθείς στην παραλία με το παιδί σου, να του μάθεις πώς να κολυμπάει, πώς να βουτάει, να παίξεις μαζί του, ακόμα και να το αποτρέψεις από κάτι, και όλα αυτά χωρίς να ενοχλείς. Η οικογένεια αυτή δεν ήταν η μοναδική στην παραλία. Ήταν όμως η μοναδική που με ενόχλησε. Και οι άλλες οικογένειες είχαν παιδιά. Και μάλιστα μικρότερα και περισσότερα. Και όχι πάντα λιγότερο σκανταλιάρικα. Αλλά οι γονείς είχαν τη διάθεση να ασχοληθούν με τα παιδιά τους, να είναι συνέχεια δίπλα τους, να παίζουν μαζί τους, να τους δείχνουν ήσυχα το σωστό και το λάθος. Να φτιάχνουν μαζί τους κάστρα στην άμμο, ή να πιτσιλιόνται στα ρηχά. Να παίζουν μπαλίτσα στο νερό ή να τα σέρνουν μέσα στο κυκλικό σωσίβιο. Αλλά βλέπεις αυτό προϋποθέτει διάθεση από τον γονιό. Κανείς από αυτούς δεν άραξε σε μια ξαπλώστρα να μαυρίσει, αν και είμαι σίγουρος ότι πολλοί θα το ήθελαν.

Χαίρομαι να βλέπω νέους και μεγαλύτερους γονείς να ασχολούνται τόσο με τα παιδιά τους, με τρόπο δημιουργικό, και να μην τα αμολάνε στην παραλία για να κάνουν αυτοί ανενόχλητοι την ηλιοθεραπεία τους. Και θα συνεχίσω να γκρινιάζω όσο συναντώ γονείς που, καλυπτόμενοι από την αφέλεια της ηλικίας των τέκνων τους, αγνοούν όχι μόνο τους βασικούς κανόνες ευγένειας αλλά και το παιδαγωγικό τους χρέος.

Sunday 20 August 2006

Επιστρέφοντας θέλω...

...
να βρω την Αθήνα άδεια, να μην έχουν γυρίσει ακόμα όλοι, για να χαρώ την πόλη στην καλύτερη φάση της.

να κάνει ζέστη μόνο τα Σαββατοκύριακα, για να πηγαίνω για κανα μπανάκι, αλλά τις καθημερινές να βρέχει ασταμάτητα, ώστε να μη θυμάμαι που ήμουν τέτοια μέρα πριν μια βδομάδα.

να δω ειδήσεις χωρίς να αντικρίσω τους παραθυράτους να ασχολούνται με την «υπόθεση Άλεξ»… Το κουράσανε! Και συνάμα το ξεφτιλίσανε! Το καλό που τους θέλω!

να μελετήσω λίγο τις προσφορές για το dsl γιατί νομίζω πως πρέπει να καταλήξω σε κάτι πιο συμφέρον για την τσέπη μου.

να αγοράσω γυαλιά.

να κάνω στο αμάξι ένα γερό πλύσιμο, γιατί το αλάτι και η άμμος, μέσα κι έξω, δε θα έλεγα ότι κάνουν καλό…

να δω που βρίσκονται οι φίλοι μου ένας προς έναν, μήπως και παρ’ ελπίδα είναι κανείς στην πρωτεύουσα.

να αρχίσω γυμναστήριο. Ή κολυμβητήριο; Ή τένις; Ουφ, κουράστηκα και μόνο στη σκέψη…

να δω τους Πειρατές της Καραϊβικής. Να το βάλω υπενθύμιση, βγαίνει αυτή τη βδομάδα νομίζω. Γιατί όχι σε κάποιο θερινό σινεμά, τώρα που είναι καιρός ακόμα. Βλέπεις στο νησί δεν αξιώθηκα να το επιχειρήσω. Κακώς.

Αυτά. Για τώρα.