Να τα περάσετε όσο πιο όμορφα μπορείτε παρέα με τα αγαπημένα σας πρόσωπα. Και μην αναλωθείτε - μόνο - στο shopping και στο clubbing. Περάστε και λίγο χρόνο με την οικογένεια σας. Μ' αυτούς που πάντα θα είναι εκεί για σας.
Καλά Χριστούγεννα!

Μετά το τελευταίο post άρχισε στο blog να μυρίζει Ελλάδα επικίνδυνα. Αυτή τη μυρωδιά έρχεται να συμπληρώσει και το σημερινό σκηνικό.
Από την αρχή κατάλαβα ότι κάτι δεν πήγαινε καλά. Βασικά καλά πήγαινε, αλλά… γρήγορα! Πιο γρήγορα απ’ ότι είχα συνηθίσει. Βλέπετε έτυχε σήμερα να πάρω ένα άλλο λεωφορείο, και όχι το διώροφο που παίρνω συνήθως. Βιαζόμουν να πάω σπίτι, είχε αρχίσει να πιάνει και ψύχρα, δε βαριέσαι, λέω, κοντά μ’ αφήνει κι αυτό.
Τι το ‘θελα!
Ο οδηγός φαίνεται είχε απωθημένο από μικρός να οδηγήσει Ferrari, αλλά στην πορεία δεν του έκατσε, και συμβιβάστηκε με κάτι κόκκινο μεν, αλλά μεγαλύτερο δε. Και όχι μονοθέσιο, αλλά με καμιά 30αριά συνεπιβάτες!
Ανέβαζε στροφές λοιπόν, φρέναρε απότομα, έστριβε οριακά (στο τσακ γλιτώσαμε να φάμε κάτι ποδήλατα παρκαρισμένα σε μια γωνία). Να μη σας τα πολυλογώ, είναι και περασμένη η ώρα, ο τύπος φαινόταν να είχε βάλει στοίχημα να κατεβάσει το χρόνο του ενός lap (ie ενός δρομολογίου), που μέχρι τότε κατείχε μάλλον κάποιος ανταγωνιστής γκαζοφονιάς. Ήταν και τυχερός πανάθεμά τον, γιατί δεν ήταν και γεμάτο λεωφορείο. Τον έβλεπες όμως, δυσανασχετούσε ο κακομοίρης, όποτε κάποιος που προφανώς δε συμμεριζόταν την αγωνία του πατούσε - που ακούστηκε - το κουμπάκι για στάση. Συγνώμη φίλτατε, έχεις δίκιο, η κυρία με το μωρό φταίει, νόμιζε βλέπεις ότι μπήκε σε λεωφορείο!
Σε μια φάση μάλιστα, βιαζόταν τόσο να φύγει από το pit stop εεεε bus stop ήθελα να πω, που έκλεισε την πόρτα πριν κατέβει ο καημένος ο γεράκος με την μαγκουριτσα του, με αποτέλεσμα να τον πιάσει η πόρτα! Εκεί θυμήθηκα ότι είμαι στην Αγγλία, γιατί η πολύ φανατική και παθιασμένη αντίδραση των υπόλοιπων επιβατών ήταν κάτι “Oh, ooooh”. Λες και κάποιος τους συντόνιζε όμως, μ’ ένα στόμα μια φωνή. “Oh, ooooh”!
Τέλος πάντων, με τα πολλά άνοιξε η πόρτα, κατέβηκε ο παππούς χωρίς να διαμαρτυρηθεί καθόλου (Άγγλοι, τι να πεις), και φουρκισμένος ο οδηγός – είχε χάσει βλέπετε κρίσιμα δευτερόλεπτα που ίσως στη συνέχεια αποδεικνύονταν κρίσιμα στη μάχη με το χρονόμετρο – όπου φύγει φύγει.
Έλα όμως που στο δρόμο κυκλοφορούν και άλλα αμάξια – surprise! Δεν είμαστε στο Silverstone! Ούτε καν στην πίστα στα Μέγαρα! Βγαίνοντας λοιπόν από τη στάση (αυτή του παππού, ναι) πάει να πέσει σε ένα αμάξι, που φυσιολογικά προσπερνούσε το σταματημένο μέχρι εκείνη τη στιγμή λεωφορείο. Αυτό που ακολούθησε με έκανε να γελάσω σα χαζός (τουλάχιστον έτσι θα έδειχνα μάλλον).
Αφού ο οδηγός του παρ’ ολίγον στραπατσαρισμένου αμαξιού το τράβηξε μια γερή κόρνα όλη δική του, έκανε κυρίες και κύριοι την υπέρβαση!
Άνοιξε το παράθυρο, έβγαλε το χέρι έξω, το έκανε μια γροθιά, και άρχισε ρυθμικά να το πάλλει πάνω κάτω, πάνω κάτω, πάνω κάτω - την καταλάβατε την εικόνα, μη συνεχίσω! Μάλιστα, ήθελε να του καταστήσει σαφές το μήνυμα, και έτσι η χειρονομία ήταν διαρκείας (όσο μεγαλύτερη τόσο καλύτερη).
Το χάρηκα δε φαντάζεστε πόσο! Καιρός ήταν, όλο τυπικούς, ευγενικούς και ανεκτικούς οδηγούς είχα δει εδώ, μπούχτισα!
Το όλο σκηνικό σήμερα με έκανε να αδημονώ να βρεθώ στα πάτρια εδάφη. Πίσω από το τιμόνι, με την εξωφρενική ταχύτητα των 15 km/ώρα σε κίνηση, να βρίζει ο ένας τον άλλον, να μουτζώνουμε αυτόν που μας έκανε τη σφήνα, να κατεβάζουμε καντήλια στον κάθε ψωνισμένο κάγκουρα που μας πουλάει μούρη με την εξάτμισή του αλλά όλο ξεχνιέται στο φανάρι μιλώντας στο κινητό, να τα ψέλνουμε στην κάθε κυράτσα που αντί να κάτσει να πλύνει κάνα πιάτο (chic) πήρε τους δρόμους κι όποιον πάρει ο χάρος και άλλα τέτοια ωραία!
Αχ, αυτές οι γιορτές, μου ξυπνάνε συναισθήματα αγάπης και αλληλοσεβασμού
Πόσα Σαββατόβραδα έχετε κανονίσει έξοδο; Φαντάζομαι τα περισσότερα, από τότε τουλάχιστον που έχετε αυτή τη δυνατότητα… Πόσα όμως σας έχουν μείνει αξέχαστα; Κι όχι αξέχαστα με την έννοια «πέρασα αξέχαστα!» ή «δε θα ξεχάσω το γέλιο που ρίξαμε». Αλλά να γυρνάς σπίτι σου και να συνειδητοποιείς ότι αυτή τη βραδιά θα τη θυμάσαι για χρόνια.
Ένα τέτοιο λοιπόν Σαββατόβραδο πέρασα χτες. Και όχι με φίλους, ούτε καν με γνωστούς.
Χτες ένα σωματείο ομογενών, καταγωγής από τα μέρη του πατέρα μου, είχε την Χριστουγεννιάτικη εκδήλωσή του. Όταν λέμε για εκδήλωση, μη φανταστείτε μεγαλεία και πολυκοσμία! Δε μιλάμε για εκδήλωση πρεσβείας, για τοπικό σωματείο λέμε! Επειδή λοιπόν έτυχε να ξέρω έναν δυο ανθρώπους εκεί, με κάλεσαν να παρευρεθώ. Μην έχοντας και τίποτα καλύτερο να κάνω (βλέπεις πολλοί έχουν ήδη επιστρέψει για τις γιορτές), αποδέχτηκα την πρόταση, αν και περισσότερο ως κοινωνική υποχρέωση το είδα, παρά ως ευκαιρία για διασκέδαση.
Έφτασα από τους πρώτους, καθ’ ότι όταν δεν ξέρω πώς να πάω κάπου, παίρνω τα μέτρα μου και ξεκινάω νωρίτερα. Βρήκα έναν χώρο απλό, μερικά τραπέζια στρωμένα και μια τηλεόραση συντονισμένη στο ERT world (το πρώην ERT sat). «Από δω ο καφετζής μας», με συστήνει ο γνωστός μου. Γραφική φιγούρα. Ένας μελαμψός σαρανταπεντάρης, με κοιλίτσα, με ένα τριμμένο κοντομάνικο για την περίσταση (θα αναλάμβανε και χρέη ψήστη) και παχύ μαύρο μουστάκι. Πληθωρικός και στο χαρακτήρα, αμέσως να μου πιάσει την κουβέντα. Ευχάριστος, μερακλής!
Σιγά σιγά καταφθάνουν οι υπόλοιποι συνδαιτυμόνες. Και αναλογίζομαι: οκ Γκρινιάρη, ψυχραιμία. Μπορεί να είμαι ο μόνος κάτω από 45, μπορεί η πλειοψηφία να είναι Γερουσία, αλλά θα το παλέψεις!
Πότε ξανάκανα τόσες πολλές χειραψίες δε θυμάμαι. Βλέπετε όλοι εκεί γνωρίζονταν, εγώ ήμουν, εκτός από μικρός, και άγνωστος. Και σε κάθε μια ακουγόταν το γνωστό τροπάρι από τον «σύνδεσμό» μου. «Είναι ο εγγονός του κυρ-Γκρινιάρη, τον θυμάσαι; Ναι, ναι. Ε, παιδί του γιού του είναι». Και δώσε του γέλια, και δώσε του χειραψίες, και δώσε του μακρινές συγγένειες που μου ανέλυαν, και τις οποίες εγώ συνήθως δεν καταλάβαινα… Άλλοι μάλιστα είχαν φροντίσει να πληροφορηθούν από που βαστάει η σκούφια μου, βλέποντας μια άγνωστη φυσιογνωμία ανάμεσά τους, και ερχόντουσαν τείνοντας μου το χέρι τους, συστηνόμενοι. «Ξέρω, είσαι ο εγγονός του κυρ-Γκρινιάρη. Εγώ είμαι άντρας της αδερφής του Ταδόπουλου, που έμενε απέναντι από τον παππού σου». Όπου εκεί εγώ έπρεπε να γνέψω καταφατικά, ότι ναι, κάτι θυμάμαι, άσχετα αν εγώ ούτε είχα ακούσει τον κύριο Ταδόπουλο και την αδερφή του…
Από την κουζίνα πιο δίπλα είχε αρχίσει να έρχεται η τσίκνα. Μου είχε λείψει αυτή η θεσπέσια μυρωδιά. Εδώ στους δρόμους αν οσμιστείς κάτι σε φαγητό, αυτό θα είναι τηγανητό. Μας φάγανε τα fishάδικα. Τόσο που τις πρώτες μέρες νόμιζα ότι παντού μυρίζω Mac Donald's. Το ψητό όμως έχει άλλη γλύκα…
Οι συζητήσεις έδιναν και έπαιρναν, αλλά παραδόξως όχι για θέματα από την πατρίδα, όπως εγώ περίμενα. Έναν αστείο τόνο στο όλο σκηνικό έδιναν οι bilingual συνομιλίες. Να ρωτά ο ένας στα ελληνικά, να απαντά η άλλη στα αγγλικά. Να συνεχίζει ο άλλος ανάμεικτα, να αποκρίνεται η άλλη σε ελληνικά. Και όλα να φαίνονται τόσο φυσιολογικά… Η μασκότ ήταν ο καφετζής-ψήστης, στον οποίον γινόταν άγρια καζούρα για το κρέας, αλλά και επειδή στα κλεφτά άνοιγε την πόρτα για να καπνίσει λίγο, με αποτέλεσμα όλοι οι υπόλοιποι να τον πέρνουμε χαμπάρι από το ρεύμα παγετού που μας χτυπούσε και να του τα ψέλνουν!
Στην τηλεόραση είχε βάλει τώρα το Στην Υγεία μας, με καλεσμένο αυτή τη φορά τον Μάριο Τόκα, αγαπημένο συνθέτη. Απ’ ότι κατάλαβα το πρόγραμμα αυτό έχει μεγάλη απήχηση εδώ. Γιατί όχι; Εδώ στην Ελλάδα, με όλες τις πίστες και τα ραδιόφωνα στα πόδια μας, και τέτοια προγράμματα χτυπάνε νούμερα (ακόμα έτσι είναι; Ιδέα δεν έχω). Υπό το άκουσμα λοιπόν των μελωδιών του Τόκα, αλλά κυρίως του σαματά από τις μεγαλόφωνες συζητήσεις, τα γέλια και τα πειράγματα, άρχισε το φαγητό. Πίτες, σουβλάκια, ταραμάς, ελιές, σαλάτα. Λιτά, χωρίς πολυτέλειες, αλλά ποιος τις χρειάζεται; Το κρασί και οι ευχές συμπλήρωναν το ζεστό σκηνικό.
Είχα χαθεί. Ξαφνικά με είδα σε ένα ταβερνάκι στου Ζωγράφου, να τα πίνω με τους κολλητούς μου, με το κρασί να αρχίζει να μου μουδιάζει το μέτωπο, με τα γέλια να μη με αφήνουν να κατεβάσω μπουκιά. Που είστε ρε σεις, μου λείπετε γαμώτο…
Δεν ήμουν στο Λονδίνο. Τίποτα δε θύμιζε Αγγλία. Μόνο ίσως εκείνα τα κόκκινα διώροφα λεωφορεία που έβλεπα καμιά φορά από την mosaic τζαμαρία. Απρόσκλητοι επισκέπτες στην ελληνική μας βραδιά.
Η αλήθεια είναι πως την περισσότερη ώρα παρακολουθούσα παρά συμμετείχα. Πως θα μπορούσε να ήταν διαφορετικά άλλωστε, άγνωστος μεταξύ γνωστών, δεν είχα πολλά να πω, είχα όμως αρκετά να ακούσω. Οι άνθρωποι μπορεί να μου ήταν άγνωστοι βέβαια, το κλίμα όμως ήταν γνώριμο. Ζεστό, φιλικό. Να σε αγκαλιάσουν, να σε περιποιηθούν. Καιρό είχα να νιώσω έτσι.
Τα σημάδια λίγων μόνο βδομάδων ξενιτιάς και μοναξιάς, καλά κρυμμένα στο τρέξιμο της καθημερινότητας, ξεγυμνώθηκαν με μιας.
Όταν τελείωσε το φαγητό, αφού δηλαδή ως κλασικοί Έλληνες φάγαμε του σκασμού, έγινε κάτι που εμένα μου φάνηκε λίγο γελοίο, αλλά μάλλον μόνο σε μένα. Με την παρότρυνση του προέδρου του σωματείου, ενός πολύ δραστήριου ανθρώπου, έψαλαν εύθυμα και γελαστά, όπως ταιριάζει άλλωστε και στις μέρες, το «Τη γέννησή σου Χριστέ», το «Η Παρθένος σήμερον» και το… «Άγια Νύχτα»! Εντάξει, ομολογώ, αυτό δεν το περίμενα, αλλά πώς να τους παρεξηγήσεις αυτούς τους ανθρώπους; Και γιατί να το κάνεις; Έτσι το νιώθουν, έτσι το κάνουν!
Κάπως έτσι τελείωσε η βραδιά μου χτες.
Αν μου έλεγε κάποιος πριν 3 μήνες ότι Σάββατο βράδυ θα το περνούσα κατ’ αυτόν τον τρόπο, με ανθρώπους άγνωστους και τελείως διαφορετικούς από εμένα, μάλλον θα γέλαγα. Αν μου έλεγε μάλιστα ότι μετά θα ήμουν κι ευχαριστημένος, μάλλον θα πίστευα ότι με κοροϊδεύει και θα θύμωνα. Αλλά κοίτα να δεις πως αλλάζουν τα πράγματα, έτσι;
Βασιλόπιτα πότε θα κόψουμε πρόεδρε;
Λίγο πιο δύσκολο είναι όταν αυτό το ντριιιιν προέρχεται από το τηλέφωνο. Εκεί πρέπει να μαζέψεις όλη την ελάχιστη μυϊκή σου δύναμη, να σηκωθείς, να φτάσεις στο τηλέφωνο αργά και νωχελικά, αλλά ταυτόχρονα βιαστικά για δώσεις ένα τέλος στο μαρτύριο, και να το σηκώσεις ή να το βγάλεις από την πρίζα, ανάλογα με τη διάθεση!
Το καλό και στις δυο περιπτώσεις είναι ότι μπορείς να κάνεις κάτι για να το σταματήσεις, και μετά, αν μπορείς, να επιστρέψεις στον ονειρεμένο κόσμο από τον οποίο τόσο βιαστικά σε βγάλανε. Η να προσπαθήσεις τουλάχιστον, κερδίζοντας κάποια λεπτά χαλάρωσης ακόμα.
Πόσο χάλια όμως είναι να ξυπνάς επειδή κάποιος σου χτυπά επίμονα το τζάμι; Διαρκώς, επίμονα, χωρίς σταμάτημα. Κι να μην μπορείς να κάνεις τίποτα για να σταματήσει. Γιατί απλά είναι η πρωινή βροχή που αποφάσισε ότι δε σέβεται τον ύπνο σου…
...το αγγλικό design δεν περιλαμβάνει έχει παραθυρόφυλλα! Κι αυτή τη συνέπεια δεν την είχα υπολογίσει.
Ξύπνιος με 6 ώρες ύπνο, Κυριακάτικα. Δεν άρχισε καλά η μέρα.
Μεσημέρι, μια και κάτι, είναι το γνωστό και μη εξαιρετέο lunch break, που, όπως ξέρετε όσοι έχετε κάνει εδώ, όλοι το τηρούμε ευλαβικά. Μία με δύο δε λειτουργεί τίποτα, ή σχεδόν τίποτα. Γραφεία κλείνουν, τηλέφωνα κατεβαίνουν, γραμματείς φεύγουν.
Lunch break λοιπόν και σκέφτομαι να κατηφορίσω για το εστιατόριο. Πριν ξεκινήσω άγγλος συνάδελφος με ρωτάει:
- Θες σούπα;
Έλα μου; Άλλο πάλι και τούτο. Σούπα στο γραφείο; Το ξεφτιλίσαμε σκέφτομαι.
Ζητάω διευκρινήσεις.
- Σούπα εδώ; Ή στο εστιατόριο;
Σκέφτομαι μήπως δεν κατάλαβα καλά, είναι και η γλώσσα βλέπετε…
- Εδώ βρε, μου απαντάει.
Μωρέ, σκέφτομαι, θα το δω κι αυτό; Στο γραφείο να βγάλουμε τα ταπεράκια, άλλος με την κοτοσουπίτσα, άλλος με τις φακές, να τις ζεστάνουμε στο φούρνο μικροκυμάτων (που δεν έχουμε), να βγάλουμε όλοι τις καραβάνες και τις κουτάλες να αρχίσουμε; Εγώ ήξερα στα γραφεία πως φτιάχνουν κανα καφέ, άντε κανα τσάι, αλλά όχι και σούπα! Τι Αγγλοσαξονικές συνήθειες είναι αυτές;
- Κάτσε να σου δείξω, μου λέει, και ήδη σκέφτομαι πως η ουρά θα αρχίσει να μαζεύεται στο εστιατόριο. Αλλά ας είναι, θα αξίζει τον κόπο το θέαμα!
Λίγο αργότερα ο συνάδελφος είχε έτοιμη την σουπίτσα του, αχνιστή και μυρωδάτη.
Γιατί απλά αγαπητέ αναγνώστη, εδώ we drink soup. Ναι ναι… Την πίνουμε, όπως τ’ ακούς!
Η διαδικασία είναι απλή.
Βάζεις σε μια κούπα (ναι, λέμε, κούπα, από αυτές που φτιάχνεις τον καφέ σου) τη σκόνη από το φακελάκι, ζεσταίνεις νερό στον βραστήρα, και το ρίχνεις. Ανακατεύεις λίγο και είσαι έτοιμος να απολαύσεις μια ζεστή σουπίτσα.
Θα μου πεις βιαστικέ αναγνώστη, σιγά, κι εμείς έχουμε σούπες σε σκόνη. Πως νομίζεις ότι τη βγάζουν οι εργένηδες στην Ελλάδα; Λες να μην το ξέρω; Αλλά αγαπητέ μου εσύ την φτιάχνεις στο κατσαρολάκι σου, την σερβίρεις στο βαθύ σου το πιάτο και την τρως σιγά σιγά, με λίγο ψωμάκι για συνοδεία. Εδώ λέμε την πίνουν! Και για να σε προλάβω, γιατί σε βλέπω, έτοιμος είσαι, όχι, αυτό δε συνηθίζεται μόνο στα γραφεία και στις εταιρείες, είναι ευρέως διαδεδομένη μέθοδος... Αμέ!
Να σας πω την αλήθεια, στα πλαίσια της προσαρμογής μου, το δοκίμασα κι εγώ στο σπίτι. Και δεν είναι άσχημο! Άντε, εις υγείαν!
Νομίζω ήρθε η ώρα να επανέλθω.
~
Ok, το παραδέχομαι. Μπορεί ακόμα να είναι νωρίς. Μπορεί να έχω δει μόνο την καλή πλευρά, ή ασυνείδητα να μη βλέπω τα στραβά. Μπορεί να ο ενθουσιασμός να μου φοράει παρωπίδες. Αλλά κάποια πράγματα είναι απλά γεγονότα. Facts.
Γεγονός 1ο
Διαφήμιση της εταιρείας φυσικού αερίου στο μετρό:
Go green with us. You won’t notice a difference. But the world will.
Γεγονός 2ο
Γυρνώντας μια μέρα σπίτι βρίσκω κάτι μπλε σακούλες και ένα χαρτί έξω από την πόρτα:
Your recycling day is Friday. Just put all recyclables into the bags and we will collect once a week from your doorstep. If you need more bags call……
Την Παρασκευή το πρωί φεύγοντας, όλος ο δρόμος είχε καλά κλεισμένες μπλε σακούλες.
Γεγονός 3ο
Οι περισσότερες από τις διαφημίσεις στις στάσεις του μετρό και των λεωφορείων προωθούν τη χρήση των μέσων μαζικής μεταφοράς. Ένα από τα κεντρικά συνθήματα είναι παράφραση παλαιότερου συνθήματος της Ρενό. «My other car is a bus». Η στάθμευση στους περισσότερους δρόμους είναι ελεγχόμενη, και στα μεγάλα parking πάει 1,5 λίρα (δηλαδή 2,5 σχεδόν ευρώ ) η ώρα. Επίσης πρωί - βράδυ, μέσα στο κρύο, από στάση σε στάση, ελεγκτές κυκλοφορίας του οργανισμού μεταφορών του Λονδίνου ελέγχουν την τήρηση των δρομολογίων των λεωφορείων, σημειώνουν που υπάρχουν καθυστερήσεις και που όλα πάνε όπως πρέπει. Και όταν λόγω έργων διακόπηκε για δυο Σαββατοκύριακα η κυκλοφορία σε μια από τις – πολλές – γραμμές μετρό, υπήρχε σχετική ανακοίνωση και ενημερωτικά φυλλάδια ένα μήνα πριν! Και όχι, δεν πλησιάζει καμιά μεγάλη εκδήλωση, κανένα μεγάλο αθλητικό γεγονός, ούτε καν η Eurovision! Αλλά για να μην είμαι πολύ άδικος, οι συγκοινωνίες είναι πανάκριβες, συγκριτικά με τα δικά μας δεδομένα.
Για να σουμάρω. Έχετε δει καμιά διαφήμιση στην Ελλάδα, οικολογικού περιεχομένου, που να στοχεύει καθαρά στην οικολογική συνείδηση του πολίτη; Κι αν έχετε δει, έχει πιάσει; Εδώ προσπαθούν να μας πείσουν για το φυσικό αέριο, και ως πρώτο επιχείρημα προτάσσουν πόσα χρήματα θα γλιτώσουμε συγκριτικά με το πετρέλαιο.
Αμ η ανακύκλωση; Άλλη πονεμένη ιστορία αυτή. Κάθε τέσσερα χρόνια με τις δημοτικές εκλογές το θυμόμαστε, κι εμείς και αυτοί.
Τα μέσα μεταφοράς πάντως είναι το αποκορύφωμα. Μπορεί το φοιτητικό εισιτήριο λεωφορείου να μην κάνει 20 λεπτά (αλλά 1 λίρα) και του μετρό 40 (αλλά 1,5 λίρα), μπορεί η μηνιαία κάρτα να κάνει 60 λίρες (κοντά 90 ευρώ) και όχι 19, μπορεί το μετρό να μην έχει πλακάκι και αρχαία εκθέματα, αλλά τουλάχιστον ξέρεις οτι με το μετρό θα πας παντού, οτι το λεωφορείο θα περάσει στην ώρα του, οτι θα φτάσεις εγκαίρως εκεί που θες και οτι δε θα χρειαστεί να περιμένεις μέσα στη βροχή μια ώρα και κάτι, για να ανακαλύψεις τελικά τυχαία, από έναν περαστικό, οτι λόγω έργων στον παραπέρα δρόμο η στάση για σήμερα δε λειτουργεί (αληθινή ιστορία).
Μπορεί να είμαι προκατειλημμένος απέναντι στην νεοελληνική νοοτροπία, δεν το κρύβω ούτε το έκρυψα ποτέ, και μπορεί να υπάρχουν πολλά αρνητικά που δεν τα αναφέρω (θα το κάνω σύντομα, όταν περάσει ο καιρός και αρχίσουν να με ενοχλούν!) αλλά συγνώμη, αυτά είναι facts.
Την επόμενη μέρα ξαναείδα μια άλλη, σε άλλο σημείο, κεντρικότερο.
Explore your senses
Η πρώτη αφίσα παραδόξως δεν είχε καθόλου μπλε. Κυριαρχούσαν οι πορτοκαλί αποχρώσεις ενός καλοκαιρινού ηλιοβασιλέματος, με φόντο το Σούνιο. Ήλιος, θάλασσα, αρχαίος πολιτισμός. Δυνατό τρίπτυχο, αναμφίβολα.
Στη δεύτερη η οδός ήταν πιο περπατημένη. Μπλε ουρανός και θάλασσα και ανεμόμυλος της Μυκόνου.
Γνώριμα τοπία που με γύρισαν πίσω σε κάτι καλοκαίρια στη Νάξο.
Δευτερόλεπτα νοσταλγίας και προσμονής.
Το ζητούμενο βέβαια είναι τι προκαλεί η διαφήμιση σε κάποιον που δεν ξέρει καν που πέφτει η Ελλάδα. Εγώ τις ξέρω τις ομορφιές της, δεν περίμενα τον ΕΟΤ για να τις μάθω!
Γεγονός είναι πάντως πως είναι Νοέμβριος και βλέπω διαφήμιση. Μόνο της Ελλάδας μέχρι στιγμής. Θετικό. Ελπίζω να υπάρχουν και αργότερα!
~
Για πολλοστή μέρα στα πρωτοσέλιδα εφημερίδων και ειδησεογραφικών portals το θέμα με την τραγωδία στην Κέρκυρα είναι από τα κύρια. Δεν ξέρω αν εσείς εκεί την έχετε ξεχάσει, εδώ πάντως όχι.
Σσ. Αργότερα έμαθα πως μάλλον ήταν έφιπποι αστυνομικοί σε εξάσκηση.
Πορεία διαμαρτυρίας εκατοντάδων ακτιβιστών!
Με ποδήλατά, σφυρίχτρες, περίεργες αμφιέσεις, αυτοσχέδια και πρωτότυπα πανό και με στόχο να προκαλέσουν τα ενδιαφέρον και όχι την αγανάκτηση οδηγών και πεζών, το κατάφεραν σίγουρα!
Με έκπληξη είδα αστυνομικούς, επίσης με ποδήλατα, που συνόδευαν διακριτικά την πορεία, να τη διακόπτουν ανά τμήματα πότε πότε για να περνάνε το δρόμοι οι πεζοί!
Νέα ήθη!
Ψάχνω ένα συγκεκριμένο, μου το έχουν συστήσει φίλοι, γιατί έχει λέει συμφέρουσες τιμές για κλήσεις σε Ελλάδα.
Με λίγο ψάξιμο στην Oxford Street (αυτή ήξερα μόνο τρομάρα μου, τι να κάνω;) το βρίσκω.
Μπαίνω μέσα. Ένας κυκλικός γκισές με 4-5 υπαλλήλους που εξυπηρετούν ισάριθμους πελάτες, και 2-3 ακόμα περιμένουν να εξυπηρετηθούν. Βολιδοσκοπώ την κατάσταση και ετοιμάζομαι να κατευθυνθώ σε αυτόν με τη λιγότερη δουλειά.
Κάτι δε μου κολλάει όμως.
Σε λίγο καταλαβαίνω τι.
Οι λιγοστοί πελάτες που περίμεναν είχαν σχηματίσει μια αυτοσχέδια ουρά. Χωρίς να υπάρχει κάποια σχετική ένδειξη. Χωρίς να υπάρχουν κορδέλες. Χωρίς να υπάρχει μόνο ένας υπάλληλος. Χωρίς να υπάρχουν πολλοί πελάτες. Χωρίς να τους το επιβάλει κανείς. Ο ένας πίσω από τον άλλον. Όπως στις τράπεζες ένα πράγμα.
Παραξενεύτηκα. Μετά απλά το πήρα απόφαση. Τουλάχιστον δε θα έχανα την ώρα μου να ανησυχώ μη μου πάρει κάποιος τη θέση, ή να βρω απίθανης φαντασίας τρόπους να κερδίσω κάποια λεπτά. Απλά περίμενα. Όπως όλοι…
Τι σου είναι ο καιρός!
Σήμερα έβγαλε ήλιο. Και ήλιο αρκετό, όχι αστεία. Υποθέτω πως αν κατηφορίσω προς τα πάρκα, θα έχουν βγει οι Λονδρέζοι να λιαστούν. Έτσι μου έχουν πει πως γίνεται τις καλές μέρες. Αν και δεν έχει κρυώσει εδώ ακόμα, οπότε μπορεί και να μην ένιωσαν τέτοια ανάγκη.
Εν τω μεταξύ τα πρώτα λαμπιόνια έκαναν δειλά δειλά τη εμφάνισή τους στις βιτρίνες. Το πρόσεξα χτες, γυρίζοντας με το λεωφορείο. Τα μεγάλα καταστήματα ωστόσο δεν έχουν στολιστεί ακόμη, ούτε η πόλη και οι δρόμοι της. Εδώ πάντως απ’ ότι έχω μάθει ο στολισμός για τα Χριστούγεννα αρχίζει αρκετά νωρίς.
Μάλλον νωρίς αρχίζουν και οι εξορμήσεις στην αγορά. Ο κόσμος που είχε βγει Σαββατιάτικα για ψώνια στην Oxford Street ξεπερνούσε κατά πολύ τις όποιες αβάσιμες υποθέσεις μου. Ποια Ερμού... Εδώ μιλάμε για συνωστισμό. Και είναι ακόμα Οκτώβριος!
Αυτές είναι οι πιθανότητες να δεις γαλανό ουρανό στο Λονδίνο.
Μια μέρα μόνο μέσα στη βδομάδα που μας πέρασε κατάφερα να εντοπίσω καθαρό κομμάτι στον ορίζοντα. Ο γαλανός ουρανός της Αθήνας, ακόμα και συντροφιά με το νέφος της, φαίνεται πολύ μακρινό θέαμα…
Συνήθως όταν κοιτάζεις ψηλά βλέπεις μια διάχυτη συννεφιά. Ένα γκρι ανοιχτό πέπλο παντού. Όταν αυτό είναι μαύρο, τότε να είσαι σίγουρος ότι θα βρέξει πολύ σύντομα. Αν πάλι όχι, μην το αποκλείεις. Εδώ το «κοιτάζω τον καιρό από το παράθυρο» δεν παίζει. Καλό είναι να θεωρείς δεδομένο ότι θα βρέξει, για να μη βρεθείς εξ’ απρόοπτου.
Βέβαια εδώ η βροχή δεν είναι σαν τα μέρη μας. Εγώ είχα συνηθίσει σε ξαφνικές ή όχι μπόρες, διάρκειας 20-40 λεπτών, που εκτός απ’ ότι σε έκαναν παπί, σε ανάγκαζαν να κάνεις κανό - καγιάκ για να φτάσεις σπίτι σου από τα ποτάμια στους δρόμους.
Εδώ τα πράγματα είναι λίγο διαφορετικά (μέχρι στιγμής τουλάχιστον).
Σχεδόν κάθε μέρα θα βρέξει και λίγο. Κάποιες φορές τόσο λίγο που το σκέφτεσαι να ανοίξεις ή όχι ομπρέλα. Άλλες περισσότερο. Δεν «ξεθυμαίνει» όμως. Συνεχίζει. Λίγο κάθε μέρα. Ο ουρανός εκεί πάνω κρύβει πολύ νερό. Γι’ αυτό έχει κολλήσει στο γκρι φαίνεται.
Περιττό να προσθέσω πως εδώ η ζωή συνεχίζεται κανονικά, ακόμα κι αν δυναμώσει η βροχή. «Ακραία καιρικά φαινόμενα» και λοιπές αηδίες δεν υπάρχουν.
Τώρα πάλι, αν ο χειμώνας στο Λονδίνο βαλθεί να με διαψεύσει, εδώ είμαστε! Έχω προετοιμαστεί με τα απαραίτητα – ελπίζω. Τόσα χρόνια στην πλημμυρόπληκτη Αθήνα, απέκτησα και μια εμπειρία!
Συγχωρέστε με για την απουσία. Ήταν επιβεβλημένη βλέπετε. Μου ήρθαν όλα τόσο ξαφνικά, αλλά είναι ωραίο αυτό όταν πρόκειται για ευχάριστα (για να καθησυχάσω και την Julia).
Και πώς να βρω το χρόνο να γράψω έστω και λέξη, όταν από το πουθενά σχεδόν προέκυψε ταξίδι. Και για να προλάβω τους βιαστικούς, όχι αναψυχής αυτή τη φορά! Και χωρίς εισιτήριο επιστροφής, προς το παρόν τουλάχιστον.
Για τους επόμενους μήνες λοιπόν η γκρίνια μου θα περιλαμβάνει και λίγο φλεγματικό αγγλικό χιούμορ, αν καταφέρουν και μου το εμφυσήσουνε εδώ πάνω!
~
Flashback
Ενθουσιασμός για λίγο. Μετά πανικός. Τόσο λίγες μέρες για τόσα πολλά! Τόσα να κάνεις, τόσα να πεις, τόσα να νιώσεις, σε τόσο λίγο χρόνο. Είναι άδικο, αλλά δεν έχεις επιλογή.
Και μετά τι; Η προσαρμογή πρέπει να γίνει κι αυτή σε χρόνο dt. Θα το παλέψεις όμως. Γιατί και πάλι, δεν έχεις επιλογή.
~
Μια εβδομάδα αργότερα και ακόμα να συνηθίσω. Ξυπνάω σε ώρα Ελλάδας, κοιμάμαι σε ώρα Ελλάδας. Το σώμα ανθίσταται, αλλά που θα πάει, θα το υποτάξω!
Οι εντυπώσεις μέχρι τώρα είναι πολύ θετικές. Ένα θα σας πω μόνο. Βρίσκω αρκετά λιγότερους λόγους για να γκρινιάξω! Και δεν είναι τυχαίο, αφού εδώ λειτουργούν με πρόγραμμα και οργάνωση. Κάτι που λείπει από την Ελλάδα του αχταρμά και της προχειρότητας. Ή μάλλον από τον Έλληνα του αχταρμά και της προχειρότητας.
Αυτά για τώρα. Έδωσα το στίγμα μου. Θα επανέλθω σύντομα, υπόσχομαι, με περισσότερα!
Cheers!
Γιατί κάποια πράγματα να μην είναι αυτονόητα; Να μην γίνονται χωρίς να χρειάζεται να μπεις στη διαδικασία να τα κυνηγήσεις, ενώ τα δικαιούσαι;
Πριν τρεις εβδομάδες περίπου αποφάσισα να κάνω μια αναβάθμιση στη dsl μου σύνδεση, επωφελούμενος μια προσφορά που με συνέφερε οικονομικά, με μεγαλύτερη ταχύτητα. Πήρα λοιπόν τηλέφωνο – ευκολία να μη χρειάζεται να τρέχεις στα μαγαζιά – τα κανόνισα, η κοπέλα ήταν ξεκάθαρη. «Σε 5, το πολύ 10 εργάσιμες μέρες, θα έχετε μπει στο καινούριο πρόγραμμα».
Χαρά εγώ.
Τρεις εβδομάδες αργότερα, αναρωτιέμαι πόσο αργά περνάει ο καιρός… Τρεις ή πέντε δεκαπέντε με έμαθαν στο σχολείο, λέω δε μπορεί, με ξεχάσανε.
Σηκώνω το ακουστικό, έτοιμος για καβγά.
Απαντά κύριος ευγενικός, νεαρός, δε μου πάει η καρδιά να τον πληγώσω…
Ευγενικά λοιπόν – μην παραπλανάστε από τον τίτλο του post, είναι αλληγορικός – το και το, μου είχατε πει δέκα μέρες, πάνε δεκαπέντε και τίποτα. Τις πταίει;
Μισό λεπτό μου ζητάει, του το δίνω, μεγαλόψυχος που είμαι.
Επιστρέφει, έχω δίκιο λέει, έχουν περάσει τρεις εβδομάδες, οι τεχνικοί του είπαν πως δεν έχουν εξυπηρετηθεί ακόμα αιτήσεις που έγιναν και πριν τη δική μου, φόρτος, πρόβλημα, δεν ξέρει.
Και τι να κάνω εγώ, τον ρωτάω, συνειδητοποιώντας το ρητορικό της ερώτησής μου…
Τι να μου πει κι ο υπάλληλος, να ξανατηλεφωνήσω σε κανα δυο μέρες.
Κλείνω. Καλά. Σε κανέναν μήνα το βλέπω να γίνεται η δουλειά.
~
Αυτά χτες.
Σήμερα αναβαθμίστηκα.
Τα συμπεράσματα δικά σας.
Το μεσημέρι στις ειδήσεις παίζει για τον νέο Κ.Ο.Κ.. «Τσουχτερά» πρόστιμα λέει, μέχρι
Και καλά κάνει ρε νεοέλληνα ιππότη της ασφάλτου, άρχοντα του βολάν, κλόνε του Schumacher! Εσύ αν δε θες να πληρώσεις, έχεις απλά να τηρείς τους κανόνες.
Να μην οδηγείς μεθυσμένος, κίνδυνος – θάνατος για κάθε ανυποψίαστο.
Να μην περνάς με κόκκινο θερίζοντας πεζούς κι αμάξια στο πέρασμά σου.
Να μην παρκάρεις όπου σου καπνίσει, αδιαφορώντας αν έχει ράμπα για Α.Μ.Ε..Α. ή αν από 3 λωρίδες κάνεις τον δρόμο μιάμιση!
Έλεος πια , αραχτέ Έλληνα σταρχιδιστή!
Ουφ, ξέδωσα λίγο.
Το θέμα βέβαια δεν είναι μόνο τα ψηλά πρόστιμα, αλλά η αστυνόμευση και επιβολή τους. Στη Βαρκελώνη (σε κούρασα μ’ αυτό, ε, απηυδισμένε μου αναγνώστη) είδα αρκετούς τροχαίους να σημειώνουν – στα pda τους παρακαλώ – τους ελάχιστους παραβάτες. Εδώ έναν τροχαίο στην αμαρτωλή Φιλολάου πρωί πρωί, να πάρει αμπάριζα όλα τα διπλοπαρκαρισμένα, δεν έχω δει… Μόνο κάνα δυο στην Βασ. Σοφίας πετυχαίνω καμιά φορά, όταν η κίνηση έχει φτάσει στο Αμήν. Άντε να βγουν οι γερανοί, να σου πως εγώ για πότε ξεμπλοκάρει αυτή η πόλη. Δυστυχώς η νοοτροπία του Έλληνα, για την οποία ακούω από νήπιο, είναι βαθιά ριζωμένη...
Καληνύχτα!
Άντε, να μαζευόμαστε σιγά σιγά. Να κλείσουμε και τα σύνορα. Να βρισκόμαστε να τα λέμε μεταξύ μας. Γιατί για έξω, ούτε λόγος…
Μέσα σε τρεις ημέρες είχαμε την εξής απογοητευτική συγκομιδή: 1 νίκη, 1 ισοπαλία και 5 ήττες, ενώ μαζέψαμε και 14 γκολάκια να έχουμε να πορευόμαστε.
Πέσαμε λέει στην 16η θέση της βαθμολογίας της UEFA. Κάτω από Ρουμανία (7η), Ουκρανία (10η), Βουλγαρία (13η), Τουρκία (14η) και Τσεχία (15η). Λίγο ακόμα και θα μας περάσει και η Ελβετία, με την υπερδύναμη του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου Βασιλεία! Αυτό πρακτικά σημαίνει πως αν δεν αλλάξει κάτι, από το παραχρόνου θα βγαίνει μόνο μια ομάδα στο Champions League και 3 ομάδες στο κύπελλο UEFA, κι όλες στους προκριματικούς! Και άδικο θα έχουν; Όταν ο επί δεκαετίας πρωταθλητής μας δεν έχει σταυρώσει νίκη εκτός έδρας τόσα χρόνια, με το ασύλληπτο ρεκόρ 0-2-24 ή 25 (μέχρι τώρα…), ενώ η άγνωστη Μέταλλουργκ Ζαπ-κάτι για την πλάκα της έφερε ισοπαλία με τον Παναθηναϊκό. Όταν η Ρουμανική Στεάουα ρίχνει τέσσερα στην Ντιναμό Κιέβου μέσα στην Ουκρανία και φέρνει τη Ρουμανία στην 7η θέση, ψηλότερα από την 8η που είχε φέρει την Ελλάδα ο Παναθηναϊκός το ’96. Όταν και οι μικρότερες ελληνικές ομάδες, ακόμα και οι δυνατές, όπως ο ΠΑΟΚ και η Ξάνθη, αδυνατούν να προχωρήσουν έστω και ένα βήμα στο κύπελλο UEFA και αποτελούν επιθυμητούς αντιπάλους για κάθε ομάδα. Μας αξίζει να είμαστε ψηλότερα;
Δεν είναι να βλέπεις πια ελληνικές ομάδες στην Ευρώπη. Μαραζώνεις. Νευριάζεις. Απορείς. Γιατί καταλαβαίνεις πως δεν έχεις πια το ποδόσφαιρο για να αντικρούεις τους «κουτόφραγκους», που σε όλες τις στατιστικές τους σε βγάζουν τελευταίο στην Ευρώπη σε όλους τους τομείς. Έπεσε κι αυτό το οχυρό.
Είμαστε οι τελευταίοι. Τώρα και στο ποδόσφαιρο!
Πότε το παίρνεις απόφαση; Ότι το καλοκαίρι τελείωσε οριστικά, και πως γύρισε κι ο τελευταίος;
Όταν βλέπεις στον ηλεκτρονικό πίνακα ενημέρωσης για την κυκλοφορία κοντά στο Υγεία ότι για μια απόσταση που πριν 20 μέρες χρειαζόσουνα 10-12 λεπτά, τώρα κοντεύεις ώρα… Καλό αποκαλόκαιρο, που είπε και η δημοσιογράφος στη ΝΕΤ. Και καλή δύναμη!
Παρατηρώντας λίγο καλύτερα κάποιους από τους επισκέπτες της αγοράς, ανακάλυψα μια πετυχημένη και δροσιστική ιδέα των εμπόρων. Μέσα σε πλαστικά κεσεδάκια, με ένα πιρουνάκι καρφωμένο στην άκρη, μπορούσες να αγοράσεις μια ωραιότατη φρεσκοκομμένη φρουτοσαλάτα! Σε διάφορα μεγέθη, σε διάφορες τιμές, με ποικίλο περιεχόμενο. Και για κάποιον που ήθελε ένα γλύκισμα, υπήρχαν κεσεδάκια με κομμένη καρύδα! Ευρηματικό!
Τότε φορούσε τα καλά της λόγω των Ολυμπιακών. Σήμερα, δεκατέσσερα χρόνια μετά, μπορεί να μην έχει την λάμψη μιας Ολυμπιακής πόλης, παραμένει όμως εκθαμβωτική.
Τι είδα; Είδα μια πόλη καθαρή, νοικοκυρεμένη, φτιαγμένη για τους πολίτες της. Με μια ποιότητα ζωής κλάσεις ανώτερη από άλλες μεγαλουπόλεις. Μια πόλη με ύφος και χρώμα ξεχωριστό. Μια πόλη που θα ήθελα να τη ζήσω περισσότερο, αλλά για άλλη μια φορά οι υποχρεώσεις δε μου το επέτρεψαν.
Η συνύπαρξη των κτισμάτων Αναγεννησιακής αρχιτεκτονικής με τα μοντέρνα κτήρια και την μοντερνιστική πινελιά της δεκαετίας του ’90, τη δεκαετία που η Βαρκελώνη άλλαξε όψη, είναι εκπληκτική. Η αρχιτεκτονική σίγουρα είναι ένας σοβαρός λόγος να την επισκεφτείς.
Ο Gaudi, που ανέφερε κι η Seiana, ήταν ένας αρχιτέκτονας με ιδιαίτερη τεχνοτροπία, που στην εποχή του ξένισε και αμφισβητήθηκε. Σήμερα όμως, χάρις αυτόν, η πόλη κοσμείται από κάποια δημιουργήματά του, που θα σε αναγκάσουν να τα περιεργαστείς πολλή ώρα. Χαρακτηριστικά είναι η Casa Batllo, αλλά και η La Pedrera, αλλά πιο ξακουστή είναι η εκκλησία Segrada Familia. Η τελευταία χτίζεται εδώ και 100 χρόνια, και συνεχίζει να χτίζεται. Η κεντρική ιδέα είναι να αποτελέσει μια «οικοδόμηση» της Βίβλου, αφού θα αποτελείται από πολλά γλυπτά με παραστάσεις από την Αγία Γραφή.
Δέντρα παντού, φυτεμένα κυρίως στις μεγάλες νησίδες των δρόμων, αλλά και στους πολλούς πεζοδρόμων. Αυτό, σε συνδυασμό με την αύρα της θάλασσας, δίνει μια ξεχωριστή δροσιά στην πόλη. Επίσης δημιουργούν τις περισσότερες ώρες τις ημέρας μια σκιά, βάλσαμο στην ορμή του Μεσογειακού ήλιου.
Κάτι που μου άρεσε ιδιαίτερα ήταν η ευρεία χρήση ποδηλάτων. Πολλοί πολίτες αλλά και τουρίστες κυκλοφορούν στην πόλη με ποδήλατα. Σ’ αυτό βέβαια βοηθάει το ότι μεγάλο κομμάτι της πόλης είναι επίπεδο, αλλά και τα ειδικά δρομάκια και οι ενδείξεις για τους ποδηλάτες.
Οι πεζοί έχουν επίσης την τιμητική τους. Απλωτά πεζοδρόμια, χωρίς ίχνος κολώνας ή δέντρου φυτεμένου μέσα στη μέση (βλ. Αθήνα), ώστε οι πεζοί να βολτάρουν απρόσκοπτα. Μου έκανε εντύπωση πως η πόλη ήταν κυρίως μια πόλη πεζών. Από το άψογο σε επάρκεια και άνεση συγκοινωνιακό δίκτυο, μέχρι και τα φανάρια, που ήταν ρυθμισμένα να ανάβουν περισσότερη ώρα για τους πεζούς παρά για τα αυτοκίνητα! Δε με θυμάμαι να περιμένω σε κανένα φανάρι περισσότερο από 10 δευτερόλεπτα για να ανάψει πράσινο. Και συνάντησα πολλά στις βόλτες μου…
Από φαγητό, εντάξει, δοκίμασα την κλασική παέλια. Είναι κάτι σαν το δικό μας… μυδοπίλαφο, για να καταλάβετε. Ρύζι με θαλασσινά. Επίσης κανόνισα και μερικά τάπας, που – απ’ ότι κατάλαβα – είναι μεζέδες σε μικρά πιατάκια. Not bad at all.
Η πόλη έχει πολλά μέρη να επισκεφτείς. Από το διάσημο γήπεδο της Barcelona Camp Nou, των 104000 θεατών, μέχρι το πάρκο Montjuic, από την Γοτθική συνοικία μέχρι τον ζωολογικό κήπο και το ενυδρείο. Όρεξη και χρόνο να έχεις… Αν είσαι φιλότεχνος θα έχεις πλήθος μουσείων να επισκεφτείς, δε θα παραλείψεις όμως το Μουσείο του Πικάσο (η ουρά ήταν 40 μέτρα περίπου…), αλλά και του Dali, λίγο έξω από την πόλη. Αν πάλι έχεις έρθει για ψώνια, θα περάσεις μια βόλτα οπωσδήποτε από το El Corte Ingles, τη μεγαλύτερη αλυσίδα πολυκαταστημάτων στην Ισπανία. Εκεί μπορείς να βρεις από σουπερμάρκετ μέχρι έπιπλα, από Lacoste μέχρι laptop. Οι μισοί τουρίστες που θα συναντήσεις στη Rambla κρατάνε την χαρακτηριστική σακούλα του καταστήματος με τα μαύρα και πράσινα τριγωνάκια (οι άλλοι μισοί κρατάνε σακούλα από την μπουτίκ της Barcelona!).
Αν πάλι δεν έχεις κάποιο συγκεκριμένο προορισμό, μπορείς απλά να κάνεις την βόλτα σου στη Rambla, τον μεγάλο πεζόδρομο που ξεκινά από την μεγάλη πλατεία (βλ. πλ. Συντάγματος) Placa de Catalunya και φτάνει στην παραλία, στο άγαλμα του Κολόμβου, που στέκει ψηλά δείχνοντας τη θάλασσα. Είναι ένας πεζόδρομος πάντα γεμάτος με κόσμο. Δέντρα ψηλά δεξιά κι αριστερά, animateur του δρόμου, μικρά pet shops, ζωγράφοι που εκθέτουν τα έργα τους. Ένα πανηγύρι που κρατάει όλες τις ώρες, κάθε μέρα.
Αυτά για τώρα. Είναι λίγα, και λίγο άτακτα γραμμένα, το ξέρω, αλλά είναι που δεν μπορώ να περιορίσω τον ενθουσιασμό μου σε ένα σωστά συνταγμένο κείμενο.
Όσο για την γκρίνια… Την κρατάω για επόμενα posts. Έχουμε καιρό...
Το Σάββατο τα Νέα βγήκαν με τίτλο «Κρέας 7,5 ετών στο πιάτο μας». Όσο να ‘ναι ταράζεσαι βρε παιδάκι μου. Εδώ το ζαμπόν και σε μια βδομάδα παίρνεις άλλο. Και το άτιμο άντεξε 7,5 χρόνια;
Μαθαίνουμε λοιπόν, έντρομοι, πως εκατοντάδες τόνοι ύποπτου κρέατος, που παρέμεινε στα αζήτητα επί 7,5 χρόνια στην ελεύθερη ζώνη της Ολλανδίας, εισήχθη στη χώρα μας με διαδικασίες που προκαλούν πολλά ερωτηματικά και διατέθηκε σε τουριστικές περιοχές και κρουαζιερόπλοια.
Πανικός. Να τα βάλουμε κάτω να δούμε τι φάγαμε στο νησί! Γρήγορα!!! Εδώ διακυβεύεται η υγεία μας! Ωπ. Κάτσε. Λέει πως κανείς δεν είναι σε θέση να γνωρίζει εάν το κρέας αυτό προκαλεί βλάβες στην υγεία των πολιτών. Τι είναι πάλι τούτο. Πως γίνεται ένα κρέας μετά από 7,5 χρόνια να μην προκαλεί βλάβες; Κουζουλάθηκαν όλοι;
Μάλλον παρέλειψαν μια μικρή λεπτομέρεια… Δυο λέξεις, η 1η επίθετο, στη 2η βάζουμε μαγνητάκια. Να το πάρει το ποτάμι; Βαθιά κατάψυξη! Μικρή στο μάτι – η παράληψη – μεγάλη στην ουσία. Δεν παριστάνω τον ειδήμονα, αλλά το λέει ξεκάθαρα: «το βαθεία κατεψυγμένο κρέας δεν είναι υποχρεωτικό να αναγράφει ημερομηνία λήξης, παρά μόνον ημερομηνία παραγωγής και να συνοδεύεται από τα απαιτούμενα κτηνιατρικά υγειονομικά έγγραφα. “Επομένως, η λανθασμένη άποψη πως κάθε παρτίδα κατεψυγμένου κρέατος έχει συγκεκριμένο χρόνο ζωής, αποτελεί παραπλάνηση του καταναλωτικού κοινού”».
Δηλαδή; Δεν υπάρχει θέμα; Μα το έγραψε καθαρά η εφημερίδα. «Tεράστιο διατροφικό σκάνδαλο», «ύποπτο κρέας από τα αζήτητα στα πιάτα μας». Κι όμως, από την άλλη μαθαίνω σήμερα πως το κρέας από το Βέλγιο ελέγχθηκε σύμφωνα με όλες τις προβλεπόμενες διαδικασίες και βρέθηκε κατάλληλο για κατανάλωση, απαντά το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης. Τελικά να το φάω ή να μην το φάω; Άντε, ας το φάω…
Ωπ, υπάρχει κι άλλο θέμα! H παραγωγή του κρέατος έγινε το 1999 από την εταιρεία «MERITUS» στο Βέλγιο για να εξαχθεί στο Ιράν. Σημειώνεται ότι τότε, το 1999, βρισκόταν στην κορύφωσή του στο Βέλγιο το σκάνδαλο των διοξινών.
Χα! Την κατάλαβα την κομπίνα. Πάνε να μου δώσουνε μολυσμένο κρέας, που οι άτιμοι δεν το πετάξανε, και το έφεραν τώρα που έχει ξεχαστεί. Ατσίδας; Στο σκουπιδοτενεκέ γρήγορα!
Δηλαδή; Να το φάω. Αφού με διαβεβαιώνουν ότι είναι υγιεινό.
Αμ δε. Όχι υγιεινό λέει, ασφαλές. Δηλαδή; Μα το λένε ξεκάθαρα οι κτηνίατροι. «…αν δεν έχει αναπτύξει εστίες μικροβίων, έχει χάσει τα ποιοτικά του χαρακτηριστικά και είναι μια άχρηστη τροφή. Διότι, ακόμη και αν δεν μας βλάψουν, οι ουσίες τους έχουν καταστραφεί, άρα δεν μας προσφέρουν τίποτα. Είναι για να καταλάβετε - λέει χαρακτηριστικά όπως τα ληγμένα φάρμακα ή τα ληγμένα τρόφιμα, τα οποία και όταν δεν μας βλάπτουν πάντως δεν μας ωφελούν».
Μπερδεύτηκα πάλι. Δηλαδή είναι μόνο για χόρταση; Από θρεπτικά συστατικά τίποτα; Τι μου λες ρε παιδί μου, απάτη.
Μα ο άλλος μου λέει πως στην κατάψυξη το κρέας δεν χάνει θρεπτικά συστατικά όπως οι πρωτεΐνες και οι υδατάνθρακες. Μόνο κατά τη διάρκεια της απόψυξης μαζί με τα υγρά χάνονται και ορισμένες υδατοδιαλυτές βιταμίνες.
Ζαλίστηκα. Θα γίνω vegiterian. Θα φάω χόρτα.
Αν όμως κι αυτά είναι από εκείνα τα άγρια που είχαν πει στις ειδήσεις πριν κανα μήνα, που τους μοιάζουν, τα δηλητηριώδη;
Χθες είδα για πρώτη φορά δελτία ειδήσεων, μετά από τόσο καιρό. Επισημοποίησα έτσι την οριστική επιστροφή μου στην καθημερινότητα. Διάλειμμα ήταν και πέρασε.
Έπεσα πάνω ένα ρεπορτάζ για τους μαθητές που έμειναν εκτός τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, για τα ΤΕΙ που θα συγχωνευτούν, για τις πόλεις που θα μαραζώσουν.
Το έγραψε και ο Country boy, τα είπανε κι ο γκαβός και ο κοντός. Αλλά αλλιώς είναι να τους ακούς με τα ίδια σου τ’ αυτιά.
Φωνάζουνε λέει στα χωριά και τα κεφαλοχώρια γιατί τα ΤΕΙ θα μείνουν άδεια. Γιατί 13000 μαθητές δεν πέρασαν πουθενά, ενώ ταυτόχρονα υπάρχουν τόσες κενές θέσεις στα περιφερικά ΤΕΙ.
Τώρα αποφάσισαν κάποιοι πως για να αποκτήσεις πτυχίο, είτε ΑΕΙ είτε ΤΕΙ (κι αυτά ανώτατα δεν έχουν γίνει;) πρέπει να έχεις γράψει πάνω από 10. Και ξεσηκώθηκαν όλοι. Πολιτικοί, καταστηματάρχες, μεσίτες, δημοσιογράφοι. Όλοι. Εκτός από τους άμεσα ενδιαφερόμενους και τις οικογένειές τους. Από αυτούς που «θίγονται» άμεσα από το μέτρο αυτό. Δεν άκουσα κανέναν μαθητή να λέει «έγραψα 4, και τώρα η Υπουργός δε με αφήνει να σπουδάσω». Δεν είδα καμιά μάνα που το βλαστάρι της από μικρό φαινόταν ότι είχε κλίση μάλλον στη μπάλα παρά στο βιβλίο, και είχε μείνει ήδη μετεξεταστέος 4 χρονιές, να διαμαρτύρεται πως το παιδί της μένει εκτός ανώτατης εκπαίδευσης.
Ίσως τα λέω λίγο χύμα. Έτσι είμαι όταν γκρινιάζω. Προσοχή όμως. Δεν κρίνω τους μαθητές. Δεν είναι και λίγοι εξ’ άλλου, 13000 είναι, και αυτό είναι και ένα θέμα επιπλέον προβληματισμού. Απλά είμαι υπέρμαχος της άποψης πως συνήθως το θέλω υπερνικά το μπορώ. Εννοώ απλά πως αν εξαιρέσουμε τους άτυχους, οι οποίοι αν θέλουν μπορούν να ξαναπροσπαθήσουν του χρόνου για κάτι καλύτερο, οι περισσότεροι από τους «αποτυχόντες» (δε μ’ αρέσει η λέξη) το είχαν πάρει απόφαση από παλιά. Δεν τους ενδιέφερε. Τόσο απλά. Αν τους ενδιέφερε, θα προσπαθούσαν, έστω λίγο. Και είμαι απόλυτος με αυτό. Δε ζω στον κόσμο μου, από το σύστημα αυτό πέρασα κι εγώ. Και γι’ αυτό ξέρω πως με λίγη συνέπεια και λίγο προσοχή, λίγη βρε παιδί, όχι 10, και 13 βγάζεις. Άρα απλά they are not interested.
Προς τι λοιπόν η φαγωμάρα να τους βάλουμε σε ένα ΤΕΙ;
Μη γελοιόμαστε. Κανείς από τους ξεσηκωμένους δεν ενδιαφέρεται για την κατάρτιση των παιδιών. Την πάρτη τους κοιτάνε. Όλοι ανεξαιρέτως.
Ο πολιτικός θα κάνει τη δουλειά του να βάλλει κατά της κυβερνητικής αναλγησίας. Η φράση και μόνο «χιλιάδες μαθητές εκτός πανεπιστημίου – κενές θέσεις σε ΑΕΙ-ΤΕΙ» είναι πιασάρικη, κάνει τη δουλειά της.
Ο δήμαρχος θα εκπληρώσει το χρέος του, εν’ όψη μάλιστα δημοτικών εκλογών, και θα διαμαρτυρηθεί για την επερχόμενη οικονομική εξαθλίωση των ψηφοφόρων του.
Ο δημοσιογράφος θα κάνει παιχνίδι με την αναμπουμπούλα. Πάντα κάνει άλλωστε. Και όταν έμπαιναν όλοι, εξανίστατο με το οξύμωρο «φοιτητής με βαθμό εισαγωγής 2,5». Νομίζουν το ξεχάσαμε;
Και ο ιδιοκτήτης γκαρσονιέρας θα φωνάζει γιατί του κλέβουν τον πελάτη. Εμ, έτσι είναι. Ο πιο εύκολος και ξεκούραστος τρόπος να γίνεις πλούσιος. Το ελληνικό – κατά το American – όνειρο. Εισοδηματίας. Αγοράζεις 2 γκαρσονιέρες κοντά στο ΤΕΙ που τώρα χτίζεται, και μετά έχεις να λαμβάνεις. Κάθε μήνα. Και όλο και περισσότερα. Έτσι απλά. Ζωή να’ χουν τα νιάτα και οι πολιτικοί. Ζωή να έχει και ο Έλληνας που με την πρώτη ευκαιρία εγκαταλείπει την παραγωγή για να προσφέρει υπηρεσίες. Ήτοι, ενοικίαση δωματίων το καλοκαίρι, ενοικίαση γκαρσονιέρας το χειμώνα.
Είναι ντροπή για μια χώρα να ιδρύει σχολές χωρίς κάποια επιστημονική μελέτη για το που και πως πρέπει να διαρθρωθεί η τριτοβάθμεια παιδεία ανά τη χώρα. Συμφωνώ, όχι μόνο σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη και Πάτρα. Αλλά με σύστημα. Με μελέτη. Με έρευνα τόσο για τα γνωστικά αντικείμενα όσο και για την ανταπόκριση των μαθητών, αυτοί είναι οι ενδιαφερόμενοι άλλωστε. Και όχι να σπέρνουμε σχολές εδώ κι εκεί με πρωτεύον κριτήριο την «ενίσχυση της τοπικής οικονομίας».
Είναι ντροπή να φτιάχνουμε ΤΕΙ και ΑΕΙ κι εκεί που δε χρειάζεται, για να φάνε κι εκεί οι εργολάβοι. Και να τα θέλουμε γεμάτα με κάθε κόστος, ακόμα κι αν τα γεμίσουν φοιτητές εντελώς αδιάφοροι με το αντικείμενο. Ο σκοπός των ΤΕΙ είναι να βγάζουν πτυχιούχους ή να γίνονται ο κράχτης που θα φέρει τα ευρώ στην πόλη;
Πώς να το κάνουμε; Έχουμε να κάνουμε με Παιδεία, την μήτρα που κυοφορεί το μέλλον της χώρας μας. Ας σταματήσουν κάποιοι να σκέφτονται την τσέπη τους. Έλεος πια.
Έμαθα πως σήμερα ανακοινώθηκαν οι βάσεις για τα ΑΕΙ και ΤΕΙ.
Ένα καλοκαίρι, πριν μερικά καλοκαίρια, στο άκουσμα και μόνο της λέξης «βάσεις» με έλουζε κρύος ιδρώτας. Μέχρι τη μέρα σαν σήμερα.
Θυμάμαι ήμουν σε μάθημα οδήγησης, θεωρητικό, είχε μόλις αλλάξει – και εκεί – το σύστημα βλέπεις και έπρεπε να κάνεις συγκεκριμένο αριθμό θεωρητικών και πρακτικών μαθημάτων. Αυτό που ισχύει και σήμερα νομίζω. Δεκαοκτώ κλεισμένα εγώ, μη χάσω μέρα, αμέσως μαθήματα για το πολυπόθητο δίπλωμα.
Είχαν πει κατά τις δέκα θα τα ανακοίνωναν. Ζήτησα από τον δάσκαλο ένα διάλειμμα, το δικαιούμαστε άλλωστε, μια ώρα μας είχε μέσα και μας ζάλιζε για τις προτεραιότητες στις διασταυρώσεις. Δυο ήμαστε οι ενδιαφερόμενοι, εγώ κι άλλος ένας. Πήγαμε στην αίθουσα αναμονής. Ακόμα τη θυμάμαι. Τρεις πολυθρονίτσες, ένα τραπεζάκι, δυο φυτά, το κλασικό μηχάνημα νερού που κάνει μπουρμπουλήθρες κάθε που βάζεις, και η τηλεόραση να παίζει. Θρονιάστηκα και περίμενα. Δεν ήμουν όσο ψύχραιμος φαινόμουν. Είχα πάει καλά για τη σχολή που ήθελα, αλλά δεδομένου ότι ήταν η πρώτη χρονιά εφαρμογής του καινούριου συστήματος – και εκεί – δεν υπήρχαν στοιχεία για τις βάσεις παλαιοτέρων ετών. Γι’ αυτό και η ψυχραιμία ήταν επιφανειακή.
9:55. Αργεί πολύ αυτή η εισαγωγή του Υπουργού; Όλα στην Ελλάδα είναι ένα μπάχαλο, εδώ βρήκαμε να το παίξουμε Εγγλέζοι; Η αγωνία στο κατακόρυφο. Οι φωνές των υπολοίπων στην αίθουσα ακούγονται σαν από μακριά. Σαν σε όνειρο (ή εφιάλτη;) που κάποιος σου φωνάζει να ξυπνήσεις. Αλλά εσύ δεν ξυπνάς. Μένεις εκεί, να δεις το τέλος.
10:00. Αρχίζει το show. Και να σου οι σχολές να πηγαινοέρχονται στους πίνακες. Που είμαστε εμείς καλέ; Δεν βρίσκω τη δική μου. Σκέφτομαι να αλλάξω κανάλι. Χτυπάει το τηλέφωνο. Γνώριμη φωνή. «Έλα, τόσο η βάση για εκεί, τόσο για εκεί». Έτσι απλά. Είχα μπει στη σχολή προτίμησής μου, αλλά δεν είχα πιάσει την Αθήνα. Μέσα στη βδομάδα ταξίδι για σπίτι, σε ένα μήνα το πολύ μόνιμη εγκατάσταση.
Με τι ταχύτητα μπορεί να περνάνε οι σκέψεις από το μυαλό σου; Αν κρίνω από εκείνες τις στιγμές, πολύ γρήγορα, στ’ αλήθεια. Σκεφτόμουν ακατάπαυστα. Τις παρέες που αφήνω, αυτές που θα βρω εκεί. Τη βολή που θα χάσω, την περιπέτεια του να ζεις μόνος σου. Πως θα είναι να ζω εκεί; Η ερώτηση κλειδί, που κάθε τόσο επανερχόταν στο προσκήνιο. Φόβος για το άγνωστο, λύπη για τον αποχωρισμό, εκστασιασμός για το καινούριο, το μεγάλο, το όνειρο.
Το υπόλοιπο μάθημα πήγε στράφι.
Τηλέφωνα για συγχαρητήρια από συγγενείς και φίλους. Τα περισσότερα τα απαντούσα σαν αυτόματος τηλεφωνητής. «Ευχαριστώ πολύ. Να είστε καλά. Ναι, εκεί. Ναι, δεν πειράζει, σημασία έχει που πέτυχα τη σχολή. Ναι, ναι, το ξέρω ότι είναι ωραία, μου το έχουν πει». Ακολουθούν τηλεφωνήματα στους υπολοίπους της παρέας. Ευτυχώς τρεις καλοί μου φίλοι μπήκαν εκεί που ήθελαν, οι δυο στην Αθήνα. Δε χρειάστηκε να τους τηλεφωνήσω, ήξερα τους βαθμούς τους απ’ έξω. Μαζί τους είχαμε υπολογίσει άλλωστε, ένα μήνα πριν. Ένας δυστυχώς δεν πέρασε εκεί που ήθελε. Κρίμα. Δύσκολη θέση. Και τι να του πεις. Στριμώχνεσαι αλήθεια όταν εσύ είσαι ευτυχισμένος και πρέπει να εμψυχώσεις έναν απογοητευμένο φίλο. Το κάνεις όμως. Άτεχνα; Ίσως. Ανεπιτυχώς; Μπορεί. Σημασία έχει ότι ήσουν εκεί γι’ αυτόν, ότι προσπάθησες. Έτσι ήθελα να πιστεύω τουλάχιστον.
Πόσες φορές η ζωή μας αλλάζει τόσο ξαφνικά ρότα; Τόσο απότομα, με μια λιτή ανακοίνωση, με ένα νέο από την τηλεόραση, με το τηλεφώνημα ενός φίλου, με ένα γράμμα από το Πανεπιστήμιο. Λίγες, αν όχι ελάχιστες. Αλλά σε σημαδεύουν, κι έτσι δεν τις ξεχνάς ποτέ.
- Έλα ρε. Τι γίνεται; Καίγεστε εκεί πάνω; Ναι, γι’ αυτό σε πήρα, να δω τι κάνεις.
Καζούρα στον εργαζόμενο φίλο του, σκέφτηκα. Βλέπεις από μέρες έλεγαν πως θα είναι η πιο ζεστή μέρα το καλοκαιριού. Και όσοι δύσμοιροι δουλεύουν, δέχονται τα ανάλογα πειράγματα. Λίγο αργότερα δυστυχώς κατάλαβα πως είχα πέσει έξω.
- Ναι ρε, εμπρησμός είναι, το είπε και στην τηλεόραση. Αφού άρχισε από 4-5 σημεία ταυτόχρονα…
Και τότε μπήκα στο νόημα. Σκέφτομαι πιθανά μέτωπα. Υποθέτω λεν για τη Ζάκυνθο, κάτι είχε πάρει το μάτι μου 2 ημέρες πριν στο internet, μπορεί να κάνω και λάθος. Το ξεχνάω. Ο ήλιος καίει, και δεν επιτρέπει στο μυαλό να κάνει πολύπλοκες σκέψεις.
Αργότερα στο σπίτι, ανοίγω το PC να σερφάρω λίγο. Η τηλεόραση κλειστή, συνέχεια από τη μέρα που γύρισα. Και τι να δω; Επαναλήψεις; Τις έφαγα στη μάπα πριν φύγω, να τις φάω και τώρα που γύρισα; Αφού καλά καλά, αν δε μου το έλεγε ένας φίλος, δε θα ήξερα πως άρχισε το Μουντομπάσκετ.
Κοιτάζω κάποια blogs. Βλέπω συχνά πυκνά τη λέξη Χαλκιδική στους τίτλους των μηνυμάτων. Και δίπλα οργισμένα σχόλια. Διαβάζω ένα τυχαία. Η Χαλκιδική φλέγεται.
Δεν είχα ποτέ την τύχη να επισκεφτώ τη Χαλκιδική. Όμως πολλοί Βορειοελλαδίτες φίλοι μου την επισκέπτονται τακτικά. Και μου έλεγαν πάντα τα καλύτερα. Για τις παραλίες, για το πράσινο. Σχεδίαζα κάποια στιγμή να πάω, αν και δεν πολυβολεύει για τους Αθηναίους. Προτιμάς να πας σε ένα νησί που λέει ο λόγος.
Δυο μέρες καιγόταν. Κάηκαν κατοικίες και τεράστιες δασικές εκτάσεις. Χάθηκαν δυο ζωές, άνθρωποι πήγαν στο νοσοκομείο.
Τις δυο πιο ζεστές ημέρες του καλοκαιριού - όλοι το ξέραμε, όσοι μπορούσαμε είχαμε κανονίσει μπανάκι - και η αντίδραση των αρχών ήταν τουλάχιστον απαράδεκτη. Συγνώμη από Υπουργούς για την μη-αντίδραση, αεροπλάνα που δεν απογειώθηκαν, άνθρωποι που πνίγηκαν. Μισός αιώνας, λέει, θα περάσει για να αποκτήσει η περιοχή την μέχρι πρότινος οικολογική της αξία.
Οργή και θλίψη. Κρίμα.
Περαστικά (μας).